Η ρήξη αν δεν την έχεις οργανώσει ο ίδιος (και, ει δυνατόν, από θέσεις ισχύος) δεν είναι επιλογή, είναι καταστροφή. Μάλιστα, στην περίπτωση που επιλέγεις τη ρήξη αναγκαστικώς, πιθανώς να έχεις οδηγηθεί, να έχεις συρθεί, σ’ αυτήν από τους αντιδίκους σου (εν προκειμένω: αντιπάλους σου). Να έχεις παίξει δηλαδή το παιγνίδι τους.του Στάθη
Από την άλλη πλευρά, αν μπροστά στο ενδεχόμενο της ρήξης, επιλέξεις έναν συμβιβασμό που δεν θα είναι έντιμος, τότε επιλέγεις την υποταγή της οποίας τα αποτελέσματα είναι το ίδιο καταστροφικά με της ρήξης.
Βεβαίως, το νταμπλ της καταστροφής έχει διπλή κατεύθυνση. Στην πρώτη περίπτωση της ρήξης, καταστρέφεσαι με προοπτική να βρεις, έστω επώδυνα, έναν άλλο δρόμο προς την αναδιάταξη και την ανάκαμψη. Στη δεύτερη περίπτωση της υποταγής, καταστρέφεσαι με προοπτική να προσαρμοσθείς στις συνέπειες της υποταγής, αν όχι στο διηνεκές, πάντως για μακρό χρόνο.
Απ’ όλη τη γραμμή άμυνας της κυβέρνησης στις διαπραγματεύσεις έχουν απομείνει τέσσερις κόκκινες γραμμές που δεν επικουρούνται από τίποτε άλλο πλην δύο τριών φιλολαϊκών σπαραγμάτων που έως τώρα η κυβέρνηση πρόλαβε να νομοθετήσει.
Αν αυτές οι τέσσερις γραμμές άμυνας σπάσουν, η χώρα θα (απο)καταστραφεί, η κυβέρνηση θα καταρρεύσει και ο λαός θα χαντακωθεί. Αυτό ο ΣΥΡΙΖΑ και η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ το γνωρίζουν και για αυτό η ανακοίνωση της Πολιτικής Γραμματείας του ΣΥΡΙΖΑ προχθές έμοιαζε με πολεμικό ανακοινωθέν, ενώ η ομιλία Τσίπρα στο Economist ήταν μια διακήρυξη επιμονής στις τελευταίες κόκκινες γραμμές και τη διαφύλαξή τους, την υπεράσπισή τους.
Είναι σαν την τελευταία ώρα η κυβέρνηση να επιχειρεί μια νέα αρχή. Δύσκολο, αλλά όχι ακατόρθωτο. Και απολύτως επιβεβλημένο. Καλείται τώρα ο λαός (τουλάχιστον καλείται απ’ τον ΣΥΡΙΖΑ) να είναι σε εγρήγορση! Καλείται με μεγάλη καθυστέρηση. Διότι ο ΣΥΡΙΖΑ όφειλε να γνωρίζει απ’ την αρχή (και προεκλογικώς έτσι έδειχνε) ότι οι εταίροι δεν είναι αντίδικοι, είναι αντίπαλοι. Γιατί; Διότι απ’ την αρχή είχε γίνει φανερό ότι χρησιμοποιούσαν την κρίση ως εργαλείο (δευτερευόντως για να πλουτίσουν οι ίδιοι και) πρωτίστως για να μετατρέψουν τη χώρα σε προτεκτοράτο. Μια «γραμμή» που στοχεύει και σε άλλες χώρες ή περιοχές της Ευρώπης. Αλλιώς με πέντε διαφορετικούς νομικούς προσδιορισμούς του χρήματος και δύο
ταχυδακτυλουργίες της «δημιουργικής λογιστικής», η κρίση θα είχε πάρει άλλη εκδοχή και στη χώρα μας όπως και αλλού (όπου η κρίση, η ίδια η πολιτική του καπιταλισμού δηλαδή, πήρε, παίρνει και θα παίρνει διάφορες και διαφορετικές τροπές).
Στην Ελλάδα όμως οι εταίροι (δανειστές) επιμένουν σε τρία κυρίως πράγματα: στο εργασιακό, το ασφαλιστικό και τους πόρους (άλωση υποδομών, ιδιοκτησίας και επιχειρήσεων). Αν επ’ αυτών κατισχύσουν η Ελλάδα γίνεται Ειδική Οικονομική Ζώνη, τελεία και παύλα.
Είναι οι δανειστές διατεθειμένοι να κάνουν πίσω σε κάτι απ’ αυτά, να συμβιβαστούν έστω προσωρινώς και από ακόμα καλύτερες θέσεις να ολοκληρώσουν τη δουλειά αργότερα; Απ’ ότι φαίνεται όχι! Θα «υποχωρούσαν» μόνον για το θεαθήναι, ώστε να αφήσουν τον ηττημένο να διαχειρισθεί επικοινωνιακώς την ήττα του, αλλά επί της ουσίας θα επιμείνουν να «τελειώσουν τη δουλειά» εδώ και τώρα. Θέλοντας επιπροσθέτως η Ελλάδα να «σκάσει» στα χέρια της Αριστεράς, για να τελειώνουν μια και καλή με ανάλογους πειραματισμούς στην Ευρώπη.
Με έναν λόγο οι Ευρωπαίοι (δανειστές, δυνάστες, δυνατοί, όπως θέλετε πέστε τους) θέλουν να κάνουν τις κόκκινες γραμμές της κυβέρνησης, κόκκινα φανάρια.
Τσάτσους (εγχώριους) για αυτή τη δουλειά διαθέτουν πολλούς και αντιστοίχως σενάρια επί σεναρίων γράφονται. Για κοινοβουλευτικά πραξικοπήματα, οικουμενικές κυβερνήσεις και «πρόθυμους» πολιτικούς άντρες, «ψεκασμένους» απ’ τους Γερμανούς, που διατίθενται να «στηρίξουν» την Αριστερά, αν η ίδια προδώσει τον εαυτόν της και την εντολή που πήρε απ’ τον λαό.
Η κυβέρνηση δεν έπρεπε να έχει επιτρέψει στον εαυτόν της να είναι σήμερα με την πλάτη στον τοίχο. Πλην όμως ο γέγονε γέγονε. Η Ελλάδα δεν είναι άοπλη! Καμιά χώρα δεν είναι άοπλη, όλες έχουν τον λαό τους. Και οι Ελληνες υποστηρίζουν την κυβέρνηση Τσίπρα με συντριπτικά ποσοστά. Δεν είναι το ίδιο ενθουσιασμένοι όπως την επαύριο των εκλογών. Τους έχει ανησυχήσει το πάγωμα της αγοράς – κυρίως αυτό! Βλέπουν όμως με προσοχή τις προσπάθειες της κυβέρνησης να νομοθετήσει για το κοινό καλό και διαισθάνονται (παρά την αισχρότατη προπαγάνδα μιας ποικιλόμορφης πέμπτης φάλαγγας) ότι δεν τους εξαπατά, ότι αντιθέτως το παλεύει – με σφάλματα βεβαίως, αλλά όχι ξεπουλήματα και προδοσίες.
Σφάλματα (που πολλά οφείλονται στην παθολογία της ίδιας της Αριστεράς) έχει κάνει αρκετά αυτή η κυβέρνηση (περισσότερα απ’ όσα ένας αριστερός ή καλοπροαίρετος δεξιός μπορεί να αντέξει χωρίς να οργίζεται) αλλά τα σφάλματα διορθώνονται. Εκείνο που δεν διορθώνεται (τουλάχιστον μέσα σε έναν ορίζοντα) είναι η ήττα. Η ήττα στις διαπραγματεύσεις δηλαδή η ρήξη ή η υποταγή, πρέπει να αποφευχθεί δια της ήττας των εναντίων. Και λέω ήττας διότι δεν διαπραγματεύονται, αλλά πολεμούν. Κι όσοι πολεμούν δεν είναι ανίκητοι. Πόσο μάλλον, αν έχουν ηττηθεί στο παρελθόν και σε άλλους τέτοιους άδικους πολέμους.
Στην Ελλάδα η αποψιλωμένη αστική δημοκρατία λειτουργεί ακόμα. Ο λαός εξέλεξε κυβέρνηση. Η κυβέρνηση αυτή δεν καλείται να κυβερνήσει στο πλαίσιο που ορίζουν και περιγράφουν τα εξωνημένα εκ των ΜΜΕ αλλά στη βάση της εντολής που της έδωσε ο λαός. Η Ελλάδα
είναι μια πλούσια χώρα, πλούσια σε ιστορία, πλούσια σε εργαζόμενους πολίτες, με μεγάλο ειδικό βάρος στον παγκόσμιο πολιτισμό, με ισχυρή γεωπολιτική θέση – αυτό είναι το όπλο της κυβέρνησης, η ίδια η Ελλάδα, ο ίδιος ο λαός. Λίγες φορές
στην ιστορία (κι εδώ είναι η μεγάλη ευθύνη της Αριστεράς αλλά συνάμα και η ισχύς της): το ίδιο το όπλο της κυβέρνησης να είναι η χώρα και ο λαός της...
πηγή
|