«Ο ελεύθερος άνθρωπος που ποθεί την ελευθερία δεν καταδέχεται να ντροπιάζει τον εαυτό του με τυραννία ή με υποδούλωση. Αυτός είναι ο άνθρωπος του Θεού».
Πατήρ Γεώργιος Πυρουνάκης (+16 Μαΐου 1988) Ο "Πρωτόπαπας του Λαού"
Ο πατήρ Γεώργιος Πυρουνάκης υπήρξε θεολόγος και στη συνέχεια κληρικός, συγκεκριμένα πρωτοπρεσβύτερος. Γεννήθηκε στη Μήλο το 1910 από γονείς Σφακιανούς. Οι γονείς του διώχθηκαν από την Κρήτη ύστερα από ένα αποτυχημένο πραξικόπημα που έγινε εναντίον των Οθωμανών και κατέφυγαν στη Μήλο. Από τη Μήλο μετακινήθηκαν πολύ γρήγορα στον Πειραιά, όπου ο Πυρουνάκης τελείωσε το Δημοτικό Σχολείο. Υπήρξε συμμαθητής με σπουδαίες προσωπικότητες, όπως ο Γιάννης Τσαρούχης και ο Νίκος Καββαδίας. Το 1928 εισήχθη στη Θεολογική Σχολή και ξεκίνησε να κηρύττει ακόμη από τα φοιτητικά του χρόνια.
Η προσφορά του ως θεολόγου
Τον Οκτώβριο του 1932 δημιούργησε στον Πειραιά μαζί με άλλους έξι νέους μια οργάνωση νεολαίας, με το όνομα "Φιλική Εταιρεία Νέων". Μέχρι το 1939, η Εταιρία είχε ιδρύσει τέσσερα νυχτερινά σχολεία για τους εργαζόμενους νέους άνδρες και γυναίκες, δύο επαγγελματικές σχολές και «Λαϊκό Πανεπιστήμιο». Η οργάνωση ίδρυσε το πρώτο νυχτερινό Γυμνάσιο στον Πειραιά, το οποίο στεγάστηκε μετά από πολλές δυσκολίες στη Ράλλειο Σχολή. Την ίδια εποχή ο Πυρουνάκης ίδρυσε τις πρώτες κατασκηνώσεις εργαζομένων παιδιών στο Πέραμα. Για να αναδείξει το ρόλο και τη σημασία της εργατικής τάξης και να ανυψώσει ψυχικά τους ανθρώπους που την αποτελούν ξεκινά την Γιορτή του Εργάτη Χριστού. Το 1938, στη γιορτή του Εργάτη Χριστού στον Πειραιά, θα παραβρεθούν πάνω από πέντε χιλιάδες εργαζόμενα παιδιά.
Μερικά ακόμα από τα έργα του είναι οι νυχτερινές Δημοτικές Σχολές στη Δραπετσώνα, την Αγία Σοφία, τον Άγιο Νικόλαο και τα Ταμπούρια, ο Σύνδεσμος Νέων Πειραιώς, οι Φιλικές Εστίες, τα Σπίτια Στοργής, τα Φιλικά Αναρρωτήρια, η ίδρυση γραφείου για τη μελέτη και την καταγραφή των προβλημάτων των εργαζόμενων νέων, το Οικοτροφείο Σιβιτανιδείου. Το 1939, το καθεστώς του δικτάτορα Μεταξά, του πρότεινε να αναλάβει ρόλο στη νεολαία του κόμματος. Ο Πυρουνάκης αρνήθηκε και, την ίδια χρονιά, το Νοέμβριο του 1939, το καθεστώς διέλυσε την οργάνωση του. Μετά από 3 μήνες, η Ακαδημία Αθηνών τον βραβεύει για την προσφορά του στους νέους.
Την περίοδο της Κατοχής οργανώνει συσσίτια για τα παιδιά και τους απόρους και αναρρωτήρια για παιδιά με προχωρημένες παθήσεις και συνάμα φτιάχνει κατασκηνώσεις. Η Φιλική Εταιρεία Νέων κατά την περίοδο της Κατοχής γλίτωσε 5.000 παιδιά και ισάριθμους, περίπου, ενήλικους (Χρ. Θεοχαράτος, «Εικόνες», 25-5-1988). Μετά την Κατοχή παύθηκε από Πρόεδρος της Φιλικής Εταιρείας Νέων. Αυτός αποφάσισε τότε να στραφεί στην εκκλησία και γίνεται ιερέας σε ηλικία 39 ετών και το 1949 ξεκινά τη διακονία του στην Ελευσίνα.
Ως ιερέας
Το 1952 οργανώνει τις πρώτες κατασκηνώσεις για όλα τα παιδιά και μαζί ξεκινούν και τα πρώτα ενοριακά συσσίτια στην Ελευσίνα για όλους τους απόρους της πόλης. 55 χρόνια μετά, οι εγκαταστάσεις των κατασκηνώσεων στο Όρος Πατέρας φιλοξενούν παιδιά διαφόρων εθνικοτήτων, παιδιά που αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα οικονομικά, οικογενειακά, επικοινωνιακά και κοινωνικά αφού προέρχονται από οικογένειες οικονομικών μεταναστών ή προσφύγων που ζουν κυρίως στην περιοχή της Ελευσίνας. [1]
Ασχολήθηκε επίσης με τα πολιτιστικά και οργάνωσε εκδηλώσεις με γνωστούς καλλιτέχνες, όπως ο Μίκης Θεοδωράκης. Συχνά συνάντησε εμπόδια στο έργο του και αναγκάστηκε να μετακινηθεί προσωρινά (όπως το 1964 που μετατέθηκε στη Μητρόπολη Αττικής για λίγο καιρό). Το διάστημα της Χούντας παύθηκε από την ενορία της Ελευσίνας και τοποθετήθηκε ως βοηθός ιερέα στον Άγιο Στέφανο Αττικής. Ανακρίθηκε και διώχθηκε τα χρόνια εκείνα, αλλά δεν σταμάτησε να υπερασπίζεται έμπρακτα πολιτικούς κρατούμενους. Δήλωσε παρών σε πολλές δίκες της εποχής.
Συχνά-πυκνά ο παπα-Πυρουνάκης καλούνταν στην «Ασφάλεια» και στην ΕΣΑ. Κάποια από τις πρώτες Κυριακές του μήνα, οπότε και γίνονταν δύο λειτουργίες (η δεύτερη για φίλους, για τους ανθρώπους της τέχνης και της διανόησης), η αστυνομία συνέλαβε τον παπα-Γιώργη το χάραμα έξω απ’ το σπίτι του και τον οδήγησε στην Ασφάλεια Προαστείων μόνο και μόνο για να μη λειτουργήσει.
Μόνο μετά τη μία του επέτρεψαν να φύγει, ενώ τα παιδιά του ανήσυχα έψαχναν μάταια ως εκείνη την ώρα στα αστυνομικά τμήματα της περιοχής να τον βρουν, έχοντας ειδοποιήσει παράλληλα τον κόσμο στην εκκλησία να αποχωρήσει[1].
Η Κυριακή αυτή ήταν στις 3/9/1972. Η εφημερίδα «Χριστιανική» (αρ. φύλλου 33, Σεπ-1972) τόλμησε να καταγγείλει το απαράδεκτο συμβάν: «Μπορεί ποτέ η Θεία Λειτουργία, κανονικώς τελούμενη, να αποτελεί αδίκημα; (...) Η Εκκλησία που μεταβλήθη σε ορντινάτσα του Καίσαρα μπορεί να έχει Ιερατείο με υπαλληλική ιδιότητα, Μητροπολίτες με παχυλές απολαβές, μια καλή θέση δίπλα στον Άρχοντα, αλλά να μην έχει αξίωμα να έχει πλήρωμα! (...) το ποτήρι της πικρίας του λαού και του θυμού του Θεού είναι πλήρες. Δε χωράει μια σταγόνα (...) Λίγο ακόμα και οι Λειτουργίες θα γίνονται εις επήκοον του ψάλτου και του νεοκόρου. Ούτε το 2% των ενοριτών δεν εκκλησιάζονται»! Η εφημερίδα επίσης (αρ. φύλλου 34, Οκτ-1972) κατήγγειλε ότι «την κύρια ευθύνη για την 21η Απριλίου δεν τη φέρουν οι δημιουργοί της, αλλά η Εκκλησία που (...) την ευλογεί και τη λιβανίζει!», ενώ σε προηγούμενο φύλλο της (αρ. φύλλου 31, Ιούλ-1972) καλούσε το Μητροπολίτη Αττικής κ. Νικόδημο να πάρει θέση στο ζήτημα της διακοπής έκδοσης του περιοδικού «Προβλήματα». «Ο Πυρουνάκης προσφέρει θετικές υπηρεσίες στην Εκκλησία, είναι κληρικός με ανάστημα. Αλλοίμονο αν η Εκκλησία αφήνει απροστάτευτα τα άξια στελέχη της!»[2].
Ο Άλκης Ρήγος θυμάται μια χαρακτηριστική λεπτομέρεια[3]: Σε κάποια απ’ τις πολλές κλήσεις της Ασφάλειας «ο Χριστόδουλος Παρασκευαΐδης, τότε αρχιγραμματέας της Ιεράς Συνόδου, διέκοψε το διάβασμά του ... για να τον καλέσει σε μία ακόμη απολογία!». Εμφανέστατα ο Ρήγος έχει υπ’ όψιν του την απάντηση του μετέπειτα Αρχιεπισκόπου Αθηνών σε ερώτημα δημοσιογράφων αν ήξερε ότι γίνονταν βασανιστήρια επί χούντας. Ο Αρχιεπίσκοπος είχε απαντήσει: «Εκ των υστέρων τα έμαθα. Θα πει κανείς ότι ήμουν βαθιά νυχτωμένος. Μπορεί, γιατί εγώ τότε σπούδαζα»[4].
Όταν διαμαρτύρονταν για όλα αυτά στο χουντικό και μάλλον συνεργαζόμενο με το κράτος Μητροπολίτη του, όχι μόνο βοήθεια δε δέχονταν, αλλά τουναντίον ούτε καν συζήτηση δε γίνονταν για το θέμα της επαναφοράς του στην Ελευσίνα. Σε απάντηση των αιτήσεων του παπα-Γιώργη, ο Μητροπολίτης του αφαίρεσε το οφφίκιο του πρωτοπρεσβύτερου. Χαρακτηριστική της εχθρότητας προς το πρόσωπο του παπα-Γιώργη ήταν η ποινή της επιβολής δεκαπενθήμερης αργίας[5] επειδή έκανε παρέμβαση για μια Ελευσίνια μητέρα, η οποία αυτοπυρπολήθηκε απογοητευμένη απ’ την κακή εξέλιξη των παιδιών της. Η παρέμβαση του παπα-Γιώργη αφορούσε στην ηθική παρακμή της Ελευσίνας, όπου διακινούνταν ναρκωτικά, ενώ είχε γεμίσει από κακόφημα κέντρα. Η παρέμβαση θεωρήθηκε ανοίκειος πράξη και αντικανονική[6]!
Μια άλλη είδους ηθική παρενόχληση της χούντας ήταν το «καλόπιασμα», δηλαδή οι προτάσεις συνεργασίας και οι επαγγελίες αγαθών που θα ακολουθούσαν. Αυτό έγινε επανειλημμένως και στον παπα-Γιώργη. Την πρώτη φορά (1971) που τον κάλεσαν στην ΕΣΑ, ο «θρυλικός» διοικητής του ΕΑΤ-ΕΣΑ Θεόδωρος Θεοφιλογιαννάκος, ο πλέον σκληρός βασανιστής της χούντας (ταγματάρχης στο στρατόπεδο Μπογιατίου), χρησιμοποίησε -εις μάτην- αυτή τη μέθοδο. Τη δεύτερη όμως φορά, στις 5/6/1972, «ήταν ωμότεροι, βίαιοι, βάρβαροι, πρόστυχοι. Το κυρίως έργο πάλι το είχε αναλάβει ο Θεοφιλογιαννάκος. Την ήπιαν στάση την ετηρούσε ο άλλος, ο Χατζηζήσης, οποίος κατά καιρούς έμπαινε μέσα με μειδιάματα, ρωτούσε "πως πάει η συζήτησή μας;" και "μα, γιατί να μην τα βρούμε!"».
«Ο Θεοφιλογιαννάκος (...) γίνονταν άγριος, μέχρι σημείου θηριωδίας. Έσπασε το χάρακα πάνω στο Γραφείο του (...) τρεις φορές μάλιστα επιχείρησε να με πνίξει (...) οι απειλές του ήταν ότι "τα βρώμικα ράσα σου θα τα ξεσκίσω εγώ ο ίδιος στο Σύνταγμα, αφού σε κρεμάσω και σε γδάρω", με βλαστήμιες μαζί». Τον κατηγόρησε ακόμη και για το κόκκινο χρώμα του λουλουδιού στο εξώφυλλο των «Προβλημάτων» (το εξώφυλλο ήταν επιμέλεια του φίλου του και ζωγράφου Γεωργίου Βακιρτζή)[7].
Η τρομακτική και βίαιη αυτή «ανάκριση» κράτησε ώρες πολλές. Λίγο πριν φύγει, ο Θεοφιλογιαννάκος, αφού του αποκάλυψε ότι τρεις φορές είχαν αποφασίσει τη σύλληψή του, αλλά την ανέβαλαν, τον χαιρέτησε με την εξής απειλή: «Παμπόνηρε, νομίζεις πως θα γλιτώσεις από τα χέρια μας; Κάνεις λάθος. Γλίτωσες από το καθεστώς του Καραμανλή και του Παπανδρέου, αλλά από το δικό μας δε θα γλυτώσεις. Και μην ξεχνάς ότι υπάρχουν και τα τροχαία!»[8].
Πικραμένος, αλλά καθόλου φοβισμένος, κοινοποίησε το γεγονός στο χουντικό Μητροπολίτη, ο οποίος τον άφησε όρθιο να εξιστορεί και παγερά δεν πήρε θέση. Ο παπα-Γιώργης έγραψε την ιστορία αυτή σε ένα δίπτυχο[9], ενώ έγραψε και ένα δεύτερο δίπτυχο, μια ποιητική συλλογή. Γι’ αυτό το δεύτερο, το «Δίπτυχο ψυχής» (1968) σχολίασε ο π. Γεώργιος Πυρουνάκης: «Ήταν ένας αντιπερισπασμός στο γελοίο σύνθημα και τον τρόπο της "πνευματικής" καταρτίσεως του καθεστώτος της δικτατορίας με το "Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών". Και κει εμφανίζω το πιστεύω μας, το σωστά ορθόδοξο, το σωστά ελληνικό που έχει πανανθρώπινες διαστάσεις»[10]. Παραθέτουμε δύο ποιήματα από το δίπτυχο, ενδεικτικά της θεολογικής σκέψης και πράξης του π. Γεωργίου Πυρουνάκη, η οποία στηρίζεται σε δύο άξονες: στην ελεύθερη αγάπη προς όλους και στην αγωνιστικότητα στο ιστορικό παρόν, ώστε να οδηγηθούμε στη Βασιλεία!
«Αγαπώ τον άνθρωπο, τον αδελφό, τον καλό ή τον κακό, τον αμαρτωλό ή άγιο, τον δικό ή ξένο, τον εχθρό ή φίλο και τον αλλόθρησκο αυτόν που βρίσκεται ακόμη στη γη ή που ‘χει ανέβει στους ουρανούς αγαπώ τον άνθρωπο πάνω από κάθε τι στον κόσμο![11]
«Δεν απογοητεύομαι κι ας έχω την επίγνωση πως είμαι αμαρτωλός κι αδύναμος» κι ας νιώθω φρίκη για τις γύρω κακές κι επικίνδυνες καταστάσεις και τις αδυσώπητες ανάγκες Γιατί γνωρίζω πια ότι η χάρη Του, του Αγίου και Δικαίου και Ελεύθερου -που του ΄δωσα την πίστη μου- με θέλει κι έτσι - Θαυμάσιο δικαίωμά Του- για συνεργάτη στο απαράμιλλο και μέγα έργο Του, την αλλαγή του κόσμου μας![12]
Επανήλθε και πάλι στην Ελευσίνα το 1974 και τότε ξεκίνησε αγώνα για την κάθαρση μέσα στην Εκκλησία. Ο αγώνας αυτός θα διαρκέσει έξι ολόκληρα χρόνια, ώσπου το 1980 θα οδηγηθεί σε δίκη κατηγορούμενος από αρχιερείς της εποχής για τη δράση του. «Μόνο για φόνο δεν τον κατηγορούν» δηλώνει ο Γεώργιος Μαύρος μέσα στο Κοινοβούλιο. Αθωώνεται και συνεχίζει το έργο του. Το 1987 είναι μέλος του Δ.Σ. του Οργανισμού Διαχείρισης Εκκλησιαστικής Περιουσίας (ΟΔΕΠ) υποστηρίζοντας τον «εκδημοκρατισμό» της Εκκλησίας [2]. Την ίδια χρονιά, η Ιεραρχία της Εκκλησίας τον τιμωρεί με τον «μικρό αφορισμό». Παρόλα αυτά συνέχισε να δραστηριοποιείται: εκδίδει περιοδικά, συμμετέχει σε κοινωνικούς αγώνες και προβαίνει σε διαβήματα αγωνίας για τα πυρηνικά και τη μόλυνση του περιβάλλοντος. Ήρθε σε επαφή με το ποίμνιό του για τελευταία φορά τον Απρίλιο του 1988 (Κυριακή των Βαΐων), σε Θεία Λειτουργία στο Δαφνί. Πέθανε στις 16 Μαΐου του 1988. πηγή
Πρωτοβάθμιο Εκκλησιαστικό Δικαστήριο
Κύριος μάρτυς κατηγορίας ο νύν Καλαβρύτων Αμβρόσιος (Λενής). https://el.wikipedia.org/
Σημειώσεις
Εκτός από τις πηγές που αναφέρονται μέσα στο κείμενο, πλούσια στοιχεία αντλήθηκαν από τις μαρτυρίες του Θεολόγου Αντώνη Καλλίτση. Οι περισσότερες από τις μαρτυρίες αποτελούν μέρος του αφιερώματος που πρόβαλε η ΕΡΤ 1 για τον παπα- Γεώργιο Πυρουνάκη με τίτλο "Θυμίαμα" με τη συμπλήρωση δώδεκα χρόνων από το θάνατό του.
«Η επίσημη Εκκλησία λησμόνησε μετ' ανακουφίσεως τον φλογερό ιερωμένο, τον οποίο και η ίδια είχε διώξει και αφορίσει, όπως άγρια τον κυνήγησαν και τα ανελεύθερα πολιτικά καθεστώτα του τόπου μας. Όμως, εκείνος με ασυμβίβαστο πάθος είχε βρεθεί παρών σε πολύμορφους αγώνες...»[3]
«Ιδρύοντας το πρώτο νυχτερινό γυμνάσιο στη χώρα μας (1932) για τα εργαζόμενα παιδιά της φτωχολογιάς και δημιουργώντας εν συνεχεία τη Φιλική Εταιρεία Νέων, η οποία κατά τους χαλεπούς καιρούς της Κατοχής γλίτωσε 5.000 παιδιά και ισάριθμους, περίπου, ενήλικους»[4]
«Βρέστε μου ένα παπά που να τον τρέμουν οι σκοταδιστές, να τον αγαπούν οι διανοούμενοι, να τον σέβονται οι αθεϊστές και να τον θαυμάζουν οι πολιτικοί αρχηγοί» [5]
«Απλόχερα τον μοίραζε τον άρτο των αγγέλων» (Φάνης Κακριδής, εφ. «Το Βήμα», 8-6-1988),
«Μάταια θα ψάξει κανείς ανάμεσα στα μέλη του ανώτερου κλήρου να βρει ανθρώπους που τόλμησαν να διαφοροποιηθούν από τους συνταγματάρχες της "Ελλάδος των Ελλήνων Χριστιανών". Η αναζήτηση του ιστορικού θα σταματήσει σε καναδυό ιερείς, τον εξής έναν: τον Γεώργιο Πυρουνάκη» (εφ. Ελευθεροτυπία», 10/3/2001),
«Θα είναι για μας μεγάλη χαρά και τιμή αν μπορούσατε να πάρετε προσωπικώς μέρος στη συνάντηση κατά την οποία θα τιμήσουμε τους Έλληνες συγγραφείς που με τη στάση τους και τον λόγο τους αντιτάχθηκαν στο δικτατορικό καθεστώς των συνταγματαρχών. Η παρουσία σας θα έχει για μας και τη χώρα μας μια άκρως βαθυσήμαντη αξία, γιατί στο πρόσωπό σας, εκτός από τον πνευματικό άνθρωπο, διακρίνουμε τον ασυμβίβαστο αγωνιστή της ελευθερίας και της δημοκρατίας». Η πρόσκληση αυτή εστάλη τον Φεβρουάριο του 1979 στον Πυρουνάκη από το Πανεπιστήμιο της Βαρκελώνης, όπου τον Ιούνιο του ιδίου χρόνου επρόκειτο να τιμηθεί για τη δράση του κατά της χούντας σε συνέδριο αντιστασιακών συγγραφέων [6]
Σύμφωνα με το Ν. 1700 που δημοσιεύτηκε στις 6 Μαΐου 1987 (ΦΕΚ 61, τεύχος πρώτο), με θέμα ρύθμιση θεμάτων εκκλησιαστικής περιουσίας ξεκίνησε η προσπάθεια αξιοποίησης της περιουσίας του ΟΔΕΠ. Με βάση το Νόμο, με ομόφωνη απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργικού Συμβουλίου, ορίστηκε το πρώτο Διοικητικό Συμβούλιο του ΟΔΕΠ, με Πρόεδρο τον κ. Γιώργο Ανωμερίτη και τακτικά μέλη τον πατέρα Γεώργιο Πυρουνάκη, κ. Κ. Σοφούλη, κ. Κ. Γεωργουτσάκο, κ. Φ. Παναγιωτόπουλο και τους κοσμήτορες της Θεολογικής κ.κ. Β. Τσάκωνα και Ν. Ζαχαρόπουλο. Στόχος η χρηστή διαχείριση της περιουσίας του ΟΔΕΠ προς όφελος της εθνικής οικονομίας και της εκκλησίας. Το νέο Δ.Σ. του ΟΔΕΠ ανέλαβε τα καθήκοντά του στις 21.7.87. [7]
Στις 28 Aυγούστου 1975 ο Πυρουνάκης έγραψε ένα άρθρο στην «E» με τον τίτλο «Yψηλοί και Ωραίοι - Eλλάς Eλλήνων Bασανιστών». Όπως σημείωνε, «πρέπει να πληροφορηθούμε ότι υπήρξαν και κληρικοί που μαρτύρησαν χωρίς να "μαρτυρήσουν" προδίδοντας ή συναγωνιστές τους ή τις πίστεις στον άνθρωπο και στην αξία του» (άρθρο του Θ.ΤΣ.)[8]
«Κατά την επταετή δικτατορία, δυστυχώς η πλειοψηφία της διοικούσας Εκκλησίας δεν κράτησε τη στάση, που της υπαγόρευε η παράδοσή της. Άλλοι Ιεράρχες έμειναν αδρανείς επειδή φοβήθηκαν μην κατηγορηθούν για πολιτικολογία, και άλλοι επειδή συμβιβάστηκαν με τις ιδέες των δικτατόρων. Υπήρξαν ωστόσο και τα πρόσωπα εκείνα που εξέφραζαν το ήθος της Ορθοδοξίας και αντιστάθηκαν, όπως ο Μητροπολίτης Ελευθερουπόλεως Αμβρόσιος και ο ιερέας Γεώργιος Πυρουνάκης»
Κουβέντες του παπα Γιώργη
«Ελεύθερους και αγαπημένους θέλουμε να βλέπουμε όλους τους ανθρώπους. Αυτή είναι η ευχή μας» .
«Αν κάθε σφαίρα ή βόμβα δεν θεωρηθεί καταραμένη και δεν αντικατασταθεί με στάλες καθαρού νερού και κόκκους σιταριού, δεν θα αναπνεύσουν με άνεση οι ανθρώπινες υπάρξεις».
«Πότε θα επανέλθει η Εκκλησία στην αρχική πράξη να αναδείχνονται οι κληρικοί και ιδιαίτερα οι Επίσκοποι με ψήφο κλήρου και Λαού;». «O Xριστός είναι ο Επαναστάτης Μοναδικός και αναντικατάστατος. Η επανάστασή Του θα συνεχίζεται ως τη συντέλεια των αιώνων».
«Ο Χριστός είναι εδώ πάνω στη γη, πάντα μαζί μας και θα μείνει ως το τέλος. Θα αγωνιά, θα βασανίζεται και θα ξαναθανατώνεται αναρίθμητες φορές σε κάθε τόπο, σε κάθε εποχή».
«Η Εκκλησία ελεύθερη. Η καλύτερη λύση είναι ο χωρισμός της από το κράτος. Όχι όμως ο χωρισμός του λαού από την Εκκλησία».
«Ο ελεύθερος άνθρωπος που ποθεί την ελευθερία δεν καταδέχεται να ντροπιάζει τον εαυτό του με τυρρανία ή με υποδούλωση. Αυτός είναι ο άνθρωπος του Θεού». πηγή
|