Ο νευρολόγος πηγαίνει στο παράθυρο, το ανοίγει και ανεβαίνει στο περβάζι. Δεκάδες άλλοι άνθρωποι πηδάνε από το παράθυρο τους και προσπαθούν να πετάξουν.
Ο ανθρώπινος εγκέφαλος είναι ο πιο πολύπλοκος μηχανισμός. Αποτελείται από 100 δισεκατομμύρια νευρώνες και 1 τρισεκατομμύριο νευρογλοία, κύτταρα τα οποία δε μεταφέρουν πληροφορίες, αλλά είναι εξίσου σημαντικά. Κάθε νευρώνας μπορεί να δημιουργήσει συνάψεις με 10-100 άλλους νευρώνες. Ο αριθμός που προκύπτει αν υπολογίσουμε όλους τους πιθανούς συνδυασμούς διακίνησης μιας πληροφορίας ξεπερνάει τον αριθμό των ατόμων που υπάρχουν στο σύμπαν!
Όπως κάθε πολύπλοκο μηχάνημα έτσι και ο εγκέφαλος είναι πολύ εύκολο να χαλάσει και πολύ δύσκολο να επιδιορθωθεί: Το ποδήλατο αρκεί να του λαδώνεις την αλυσίδα και να του φουσκώνεις τα λάστιχα. Το αυτοκίνητο χρειάζεται συντήρηση και ανταλλακτικά. Και πάλι μετά από δύο ή τρεις δεκαετίες είναι πλέον για πέταμα.
Όταν ο εγκέφαλος «χαλάει» λίγα μπορείς να κάνεις ή τίποτα.
Όμως το πόσο πολύπλοκος είναι φαίνεται από κάποιες ειδικές περιπτώσεις νευρολογικών διαταραχών, αξιοπερίεργες και γκροτέσκες αν δεν τις βιώνεις εσύ ο ίδιος.
Μία από τις πιο παράξενες διαταραχές είναι η οπτική αγνωσία, με τις ιδιαίτερες περιπτώσεις της.
Υπάρχει η ακινητοψία, όπου ορισμένα άτομα, με ικανοποιητική κατά τα άλλα όραση, αδυνατούν να καταλάβουν ότι κάποιο αντικείμενο κινείται.
Υπάρχει η προσωποαγνωσία, όπου άτομα με εγκεφαλική βλάβη δεν μπορούν να αναγνωρίσουν τα οικεία τους πρόσωπα –ούτε καν το ίδιο τους το πρόσωπο όταν το βλέπουν στον καθρέφτη.
Υπάρχει ακόμα –και δεν είναι αστείο- η φρουταγνωσία: Σε αυτή το άτομο δεν μπορεί να αναγνωρίσει τα φρούτα! Βλέπει μια μπανάνα και δεν ξέρει τι είναι μέχρι που να τη γευτεί ή να τη μυρίσει. Τότε μόνο παραδέχεται συγκλονισμένο: «Μα είναι μπανάνα!»
O Όλιβερ Σακς, στο περίφημο βιβλίο του «Ο άνθρωπος που μπέρδεψε τη γυναίκα του με ένα καπέλο» (εκδόσεις Καστανιώτη), παρουσιάζει μια ιδιαίτερη περίπτωση οπτικής αγνωσίας.
Σε αυτή ο δρ Π, ένας διακεκριμένος μουσικός και καθηγητής, εξαιρετικά καλλιεργημένος και λειτουργικός κατά τα άλλα, χάνει την ικανότητα να αναγνωρίζει –οπτικά- αντικείμενα καθημερινής χρήσης, καθώς και την ικανότητα να μπορεί να αντιλαμβάνεται την ολότητα αυτών που παρατηρεί.
Mπορεί να αναγνωρίσει τα απλά σχήματα -όπως έναν κύβο, αλλά όταν ο Σακς του δίνει ένα τριαντάφυλλο ο δρ Π, το παίρνει στα χέρια του και το κοιτάει απορημένος. «Γύρω στις έξι ίντσες μήκος», λέει ο δρ Π. «Μια καμπυλωτή κόκκινη φόρμα με ένα γραμμικό πράσινο στέλεχος.»
«Και τι νομίζετε ότι είναι;» τον ρωτάει ο Σακς. «Δύσκολο να πεις… Θα μπορούσε να είναι ένα φυτό με τους ανθούς του ή ένα λουλούδι.»
«Μυρίστε ‘το», τον προτρέπει ο Σακς. Ο δρ Π, το φέρνει στη μύτη του σαν να του είχε ζητήσει να μυρίσει ένα γαλλικό κλειδί. «Υπέροχο!» λέει αμέσως. «Ένα πρώιμο τριαντάφυλλο! Τι ουράνια μυρωδιά!»
Κάποια άλλη στιγμή του δείχνει ένα γάντι και τον ρωτάει:
«Αυτό, τι νομίζετε ότι είναι;»
Ο δρ Π το παίρνει και το εξετάζει: «Μια συνεχής επιφάνεια, αναδιπλωμένη στον εαυτό της που έχει πέντε αποφύσεις.»
«Και ποια πιστεύετε ότι είναι η χρήση του;»
«Μάλλον πρόκειται για κάποιου είδους θήκη.»
«Και τι θα μπορούσε να περιέχει;» «Ίσως κέρματα… Κέρματα πέντε μεγεθών.»
«Σας θυμίζει κάποιο μέλος του σώματος σας;» Ο δρ Π κοιτάει το σώμα του, τα χέρια του, τα πόδια του, αλλά δεν μπορεί να κάνει το συνδυασμό.
Μόνο όταν ο Σακς του το φοράει ο δρ Π αναφωνεί: «Είναι ένα γάντι!»
Και μετά, όταν έρχεται η ώρα να φύγει από το ιατρείο, πάει να πάρει το καπέλο του. Πλησιάζει τη γυναίκα του, που κάθεται εκεί κοντά, πιάνει το κεφάλι της και το τραβάει με δύναμη, πιστεύοντας ότι αυτό, το κεφάλι της, είναι ένα καπέλο!
Άλλο ένα χαρακτηριστικό της περίπτωσης του δρ Π, ήταν ότι εστίαζε στις λεπτομέρειες και «έχανε» το σύνολο, έβλεπε το δέντρο και «έχανε» το δάσος.
Αναγνώριζε τα πρόσωπα από τις λεπτομέρειες: Τον ξάδερφο του από τα πεταχτά του δόντια, τη γυναίκα του από μια ελιά στο πρόσωπο, τον Ουίνστον Τσόρτσιλ από το πούρο του. Δεν μπορούσε να περιγράψει έναν πίνακα ή μια φωτογραφία. Έβλεπε το ρυάκι, τα δέντρα, τα σύννεφα, αλλά δεν μπορούσε να καταλάβει τι ακριβώς αναπαριστούσε ο πίνακας.
Ο δρ Π, πέρα από μουσικός, ήταν και αξιόλογος ζωγράφος. Όταν ο Σακς τον επισκέφτηκε στο σπίτι του βρέθηκε μπροστά σε μια καλλιτεχνική απεικόνιση της εξέλιξης της νευρολογικής του διαταραχής:
Οι πρώτοι του πίνακες ήταν ρεαλιστικοί, νατουραλιστικοί με έμφαση στις λεπτομέρειες.
Μετά από μερικά χρόνια ζωγράφιζε σαν τον Πικάσο, κυβιστικές αναπαραστάσεις της πραγματικότητας.
Στην συνέχεια έμοιαζε να μιμείται τον Καντίνσκι, με καθαρά γεωμετρικά σχήματα...
...και κατέληξε, όταν η οπτική του αγνωσία κορυφώθηκε, να ζωγραφίζει σαν τον Πόλοκ:
Ένας αφηρημένος και χαοτικός συνδυασμός από γραμμές και χρώματα.
Διαβάζοντας αυτό το βιβλίο, ο εγκέφαλος του Γελωτοποιού -που θα μπορούσε να αποτελέσει ένα μικρό κεφάλαιο στο βιβλίο κάποιου νευρολόγου- σκέφτηκε τους πολιτικούς που κυβερνούν την Ελλάδα τα τελευταία χρόνια.
Σίγουρα υποφέρουν από κάποια σπάνια –όσο και διαδεδομένη ανάμεσα στους πολιτικούς της υφηλίου- νευρολογική διαταραχή, την οποία θα μπορούσαμε να ονομάσουμε «ανθρωποαγνωσία».
Οι πολιτικοί συμπεριφέρονται σαν να μην μπορούν να αντιληφθούν ότι κυβερνούν ανθρώπους.
Εστιάζουν την προσοχή τους σε αφηρημένες φόρμες, όπως η οικονομία, ο δείκτης ανάπτυξης, η τραπεζική ευρωστία.
Αν τους δείξεις έναν άνθρωπο, με σάρκα και οστά, με όνομα και οικογένεια, και τους ρωτήσεις τι βλέπουν θα σαστίσουν.
«Μοιάζει με κάτι που το φορολογούμε για να ανταποκριθούμε στις υποχρεώσεις μας προς τους Ευρωπαίους εταίρους μας», θα πουν.
«Αυτή είναι η μόνη του χρησιμότητα;» θα ρωτήσει ο νευρολόγος.
«Το τρομοκρατούμε για να μας ψηφίζει», θα πει με βεβαιότητα ο πολιτικός.
«Πιστεύεις ότι είναι σκεπτόμενο ον;» θα τον ρωτήσει ο νευρολόγος.
«Δεν μπορώ να το πω με βεβαιότητα», θα απαντήσει ο πολιτικός. «Κινείται, μιλάει, δουλεύει, βλέπει τηλεόραση… Αλλά δεν ξέρω αν σκέφτεται.»
Τότε ο νευρολόγος φέρνει έναν άνεργο σε αντιπαράθεση με τον πολιτικό.
«Είμαι δυόμιση χρόνια άνεργος, με μηδενικά εισοδήματα και μου ζητάς να πληρώσω υπέρογκους φόρους, τη στιγμή που δεν έχω αρκετά λεφτά για να ταΐσω το παιδί μου», του λέει συντετριμμένος και λίγο πριν την αυτοκτονία ο άνθρωπος.
Ο πολιτικός γελάει. «Μοιάζει σαν αληθινό άνθρωπο», λέει στον νευρολόγο. «Πρόκειται για κάποια οφθαλμαπάτη, έτσι δεν είναι;»
Πιάνει τον άνεργο και τον επεξεργάζεται απ’ όλες τις πλευρές σαν να είναι αντικείμενο. «Ρομπότ είναι;» λέει ο πολιτικός συνεχίζοντας να γελάει. «Πως δουλεύει, πες μου το κόλπο.»
Τότε ο άνεργος ξεκινάει να τον γρονθοκοπεί, κλαίγοντας. «Μου καταστρέψατε τη ζωή», φωνάζει, «το μέλλον των παιδιών μου.»
Νοσοκόμοι με αστυνομικές στολές μπαίνουν στο ιατρείο και φοράνε έναν ζουρλομανδύα στον άνεργο πριν τον σύρουν έξω.
Ο πολιτικός φτιάχνει τη γραβάτα του και σκουπίζει το αίμα από το πρόσωπο του. Μετά γελάει πάλι.
«Παραλίγο να πιστέψω ότι ήταν αληθινός», λέει.
Σηκώνεται, πηγαίνει στην πιο κοντινή καρέκλα, ξεκολλάει το κεφάλι της χώρας που ονομαζόταν Ελλάδα και το βάζει στο κεφάλι του σαν καπέλο.
«Να προσέχεις, γιατρέ, με αυτά τα πειράματα σου, γιατί θα βρεις τον μπελά σου στο τέλος», λέει ο πολιτικός και φεύγει για να γυρίσει στην έπαυλη του.
Ο νευρολόγος πηγαίνει στο παράθυρο, το ανοίγει και ανεβαίνει στο περβάζι. Δεκάδες άλλοι άνθρωποι πηδάνε από το παράθυρο τους και προσπαθούν να πετάξουν.
πηγή
|