Αυτή τη φορά το… πιστόλι πάνω στο τραπέζι θα το αφήνουν οι τράπεζες. Το νομοσχέδιο για τα κόκκινα δάνεια που κατέθεσε στη Βουλή ο (πρώην πλέον) υπουργός Ανάπτυξης Νίκος Δένδιας πριν εγκαταλείψει τον θώκο για το υπουργείο Εθνικής Άμυνας, εξασφαλίζει στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα ένα «σούπερ όπλο».
Αυτό το «όπλο» μπορούν να το χρησιμοποιήσουν είτε για να πιέσουν τους επιχειρηματίες πελάτες τους να πληρώσουν τα οφειλόμενα είτε για να πουλήσουν με διαδικασίες εξπρές τα περιουσιακά στοιχεία εκείνων των επιχειρήσεων των οποίων οι σημερινοί ιδιοκτήτες δεν θα θελήσουν να συμμορφωθούν με τις υποδείξεις και τα σχέδια «αναδιάρθρωσης».
Είναι μια ρύθμιση – η λεγόμενη ειδική διαχείριση – που δεν αφορά μόνο τους μικρομεσαίους, αλλά το σύνολο των επιχειρήσεων της χώρας, ανεξαρτήτως τζίρου. Είναι μια διαδικασία η οποία μπορεί να προχωρήσει με πολύ μικρές πλειοψηφίες – ουσιαστικά και μόνο μια τράπεζα μπορεί να κινήσει τα όσα προβλέπει ο νόμος, καθώς απαιτείται μόλις το 40% επί του συνόλου των απαιτήσεων – και πολύ γρήγορα.
Οι πολύμηνες και πολυετείς διαδικασίες που προβλέπονται κατά το στάδιο μιας πτώχευσης δεν έχουν καμία απολύτως σχέση με αυτά που περιγράφει το νέο νομοσχέδιο. Στην πραγματικότητα, όταν θα ψηφιστεί αυτή η ρύθμιση θα δώσει το δικαίωμα στις τράπεζες να απομακρύνουν τον επιχειρηματία από τη διοίκηση για χρονικό διάστημα της τάξεως του ενός έτους και να εγκαταστήσουν πρόσωπο της εμπιστοσύνης τους με στόχο μέσα σε λίγους μήνες να εκποιήσει το σύνολο των περιουσιακών στοιχείων της εταιρείας. Αν τα καταφέρουν – και «καταφέρνω» σημαίνει γρήγορες διαδικασίες που δεν περνάνε μέσα από πλειστηριασμούς σε ειρηνοδικεία – ο επιχειρηματίας μπορεί να επιστρέψει σε μια άδεια από ενεργητικό επιχείρηση. Αν όχι, τότε προχωρούν οι διαδικασίες της πτώχευσης.
Στα γρήγορα
Γιατί είναι σημαντική αυτή η διάταξη; Τραπεζικό στέλεχος που γνωρίζει πολύ καλά πώς μπορεί να λειτουργήσει η διαδικασία της ειδικής διαχείρισης δίνει ένα παράδειγμα:
Με το ισχύον καθεστώς ένας ξενοδόχος (τυχαία αναφέρεται ο κλάδος), ο οποίος διαθέτει προσωπική περιουσία, αλλά η εταιρεία του βρίσκεται βουτηγμένη στα κόκκινα δάνεια και στα πρόθυρα της κατάρρευσης δυσκολεύεται ή αρνείται να βάλει το χέρι στην τσέπη για να στηρίξει την εταιρεία του. Ποιος είναι ο λόγος;
Γνωρίζει ότι η τράπεζα δεν μπορεί να αγγίξει την προσωπική του περιουσία, καθώς στις ανώνυμες εταιρείες ο μέτοχος δεν εγγυάται με την προσωπική του περιουσία.
Γνωρίζει επίσης ότι αν η τράπεζα κινήσει τις διαδικασίες πτώχευσης, θα περάσουν τέσσερα ή και πέντε χρόνια μέχρι να ολοκληρωθεί η διαδικασία. Και όταν θα έχει ολοκληρωθεί και ο πλειστηριασμός, η τράπεζα στην καλύτερη περίπτωση θα βρεθεί με ένα ξενοδοχείο - «κουφάρι» στα χέρια της, το οποίο θα θέλει πολλά εκατομμύρια για να ανακαινιστεί προκειμένου να λειτουργήσει, άρα στην πραγματικότητα θα συμφέρει τον όποιο υποψήφιο επενδυτή να κάνει την επένδυση από την αρχή. Τώρα όμως; Αν η διαδικασία μπορεί να ολοκληρωθεί μέσα σε λίγους μήνες, το παιχνίδι αλλάζει. Ο επιχειρηματίας μπορεί να αποδειχτεί πιο πρόθυμος να καλύψει μια αύξηση μετοχικού κεφαλαίου, αν γνωρίζει εκ των προτέρων ότι μέσα σε ένα 12μηνο μπορεί να δει την εταιρεία του να γίνεται... φύλλο και φτερό.
Η πολιτική διάσταση
Θεωρητικά, οι τράπεζες με τη διαδικασία της «ειδικής διαχείρισης» αποκτούν τη δυνατότητα να πιέσουν τους οφειλέτες – κυρίως τις μεγάλες επιχειρήσεις, οι οποίες οφείλουν δεκάδες εκατομμύρια ευρώ – να πληρώσουν ή τουλάχιστον να καθίσουν για τα καλά στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με τελικό στόχο τη ρύθμιση. Υπάρχει όμως και η πολιτική διάσταση του θέματος. Για ποιες περιπτώσεις οι τράπεζες θα εφαρμόσουν το γράμμα του νόμου; Πού θα εξαντλήσουν την αυστηρότητά τους και σε ποιες περιπτώσεις θα δείξουν… παροιμιώδη επιείκεια;
Πολλές από τις μεγάλες επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν – άλλες λόγω της οικονομικής κρίσης και άλλες για διάφορους λόγους – προβλήματα με τα δάνειά τους, διατηρούν στενούς δεσμούς με τα κέντρα εξουσίας. Στην πράξη λοιπόν θα φανεί αν η διαδικασία της ειδικής διαχείρισης θα παραμείνει ή όχι στα χαρτιά. Σε κάθε περίπτωση, τα κύρια χαρακτηριστικά αυτής της διαδικασίας έχουν ως εξής:
◆ Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο με πτωχευτική ικανότητα, το οποίο βρίσκεται σε γενική και μόνιμη αδυναμία εκπλήρωσης των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεών του, μπορεί να υπάγεται στη διαδικασία της ειδικής διαχείρισης.
◆ Την αίτηση υπαγωγής μπορεί να την υποβάλει ο πιστωτής (ο οποίος στην πραγματικότητα είναι μία τράπεζα). Σύμφωνα με το νομοσχέδιο, μοναδική προϋπόθεση είναι στην ομάδα των πιστωτών να μετέχει τουλάχιστον ένας χρηματοδοτικός φορέας και η ομάδα συνολικά να εκπροσωπεί το 40% του συνόλου των απαιτήσεων που υπάρχουν σε βάρος του οφειλέτη.
◆ Τον ρόλο του ειδικού διαχειριστή μπορεί να αναλάβει δικηγόρος με οικονομοτεχνικές γνώσεις, δικηγορική εταιρεία στην οποία συμμετέχει δικηγόρος με οικονομικό γνωστικό αντικείμενο, ενώ μπορεί να λειτουργήσει ως ελεγκτής και φοροτεχνικός ο οποίος είναι κάτοχος άδειας Α’ τάξης.
◆ Ο ειδικός διαχειριστής ευθύνεται μόνο για δόλο και βαριά αμέλεια (και άντε να αποδειχθεί δόλος και βαριά αμέλεια, όπως αναφέρουν έμπειροι νομικοί). Ακόμη και αν τον ρόλο του ειδικού διαχειριστή έχει αναλάβει νομικό πρόσωπο, οι εκπρόσωποί του δεν προσωποκρατούνται, ούτε έχουν αστική ποινική ή άλλη ευθύνη για τα χρέη της εταιρείας στην οποία ορίστηκαν ως διαχειριστές.
◆ Για να μπει μία εταιρία σε καθεστώς ειδικής διαχείρισης απαιτείται έκδοση δικαστηρίου. Στην προκειμένη περίπτωση αρμόδιο είναι το Μονομελές Πρωτοδικείο στην περιφέρεια του οποίου ο οφειλέτης έχει την έδρα του.
◆ Για τη συζήτηση της αίτησης υπαγωγής στο καθεστώς της ειδικής διαχείρισης το νομοσχέδιο προβλέπει ότι η δικάσιμος πρέπει να οριστεί υποχρεωτικά μέσα σ’ ένα δίμηνο από την κατάθεση της σχετικής αίτησης.
◆ Η αίτηση των πιστωτών για υπαγωγή στο καθεστώς της ειδικής διαχείρισης κοινοποιείται στην επιχείρηση το αργότερο 15 μέρες πριν από την εκδίκαση της υπόθεσης. Αντίστοιχα, περίληψη της αίτησης δημοσιεύεται στο ΓΕΜΗ.
◆ Οι διαδικασίες για την εκδίκαση της υπόθεσης είναι ταχύτατες. Ακόμη και αν γίνουν κύριες παρεμβάσεις από πιστωτές που ενδεχομένως δεν επιθυμούν την ένταξη της επιχείρησης στο καθεστώς της ειδικής διαχείρισης, αυτές κατατίθενται υποχρεωτικά το αργότερο τρεις εργάσιμες ημέρες πριν από τη δικάσιμο και συνεκδικάζονται προκειμένου να μην καθυστερήσει η διαδικασία έκδοσης της απόφασης.
◆ Η απόφαση του δικαστηρίου εκδίδεται, όπως προβλέπει το νομοσχέδιο, το αργότερο μέσα σε έναν μήνα από την εκδίκαση της υπόθεσης. Η απόφαση είτε δέχεται είτε απορρίπτει την αίτηση, δημοσιεύεται σε περίληψη με επιμέλεια του οφειλέτη ή οποιουδήποτε άλλου έχει έννομο συμφέρον.
◆ Ο ειδικός διαχειριστής, μετά την έκδοση της απόφασης από το δικαστήριο εγκαθίσταται στη διοίκηση της επιχείρησης. Συντάσσει απογραφή των στοιχείων και στη συνέχεια καταρτίζει – με βάση την απογραφή – υπόμνημα προσφοράς στο οποίο, εκτός από τα απογραφέντα στοιχεία, ενσωματώνει και κάθε πληροφορία που μπορεί να φανεί χρήσιμη σε όποιον ενδιαφέρεται να αποκτήσει εικόνα για το ενεργητικό, δηλαδή για τα περιουσιακά στοιχεία της επιχείρησης.
◆ Ο ειδικός διαχειριστής, για να διατηρήσει τη λειτουργία της επιχείρησης και να καλύψει τις όποιες δαπάνες και έξοδα προκύπτουν (συμπεριλαμβανομένων και των δικών του αμοιβών), μπορεί να λάβει κατά τη διάρκεια της ειδικής διαχείρισης ακόμη και χρηματοδοτήσεις ή εισφορές αγαθών και υπηρεσιών.
◆ Το νομοσχέδιο ορίζει με σαφήνεια: Το συντομότερο δυνατό από την εγκατάστασή του, ο ειδικός διαχειριστής διενεργεί δημόσιο πλειοδοτικό διαγωνισμό για την εκποίηση του συνόλου του ενεργητικού της επιχείρησης.
◆ Για την εκποίηση του ενεργητικού, ο ειδικός διαχειριστής είναι υποχρεωμένος να δημοσιεύσει ολοσέλιδη καταχώριση σε δύο καθημερινές πανελλήνιας κυκλοφορίας εφημερίδες, στο ΓΕΜΗ και στο δελτίο δικαστικών δημοσιεύσεων του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολούμενων (ΕΤΑΑ). Επίσης αναρτά το πωλητήριο στην ιστοσελίδα της εταιρείας, εφόσον φυσικά υπάρχει.
◆ Για την εκποίηση του ενεργητικού δεν ακολουθούνται οι μακροχρόνιες διαδικασίες που προβλέπει η νομοθεσία για τις περιπτώσεις πτώχευσης της επιχείρησης. Ο ειδικός διαχειριστής με την πρόσκλησή του ορίζει ημερομηνία και καλεί τους ενδιαφερόμενους να υποβάλουν δεσμευτικές προσφορές – οι οποίες συνοδεύονται από εγγυητική επιστολή – είτε στην έδρα της επιχείρησης είτε ακόμη και σε δικαστική αίθουσα. Από τη δημοσίευση της πρόσκλησης, η διαδικασία γίνεται όχι νωρίτερα από 20 ημέρες αλλά και όχι αργότερα από 40 ημέρες.
◆ Σε περίπτωση που εκδηλωθεί ενδιαφέρον από έναν μόνο υποψήφιο, τότε αρμόδια για να αποφασίσει αν θα προχωρήσει η πώληση του περιουσιακού στοιχείου είναι η συνέλευση των πιστωτών. Τουλάχιστον 10 ημέρες πριν από τη συνέλευση των πιστωτών θα πρέπει να τεθεί στη διάθεσή τους το περιεχόμενο της προσφοράς.
◆ Σε περίπτωση που κατά τη διαδικασία της ειδικής διαχείρισης δεν καταστεί εφικτό να βρεθεί κάποιος ο οποίος θα αγοράσει το 90 τοις 100 του συνόλου του ενεργητικού, τότε η διαδικασία θεωρείται ότι έχει λήξει και ο ειδικός διαχειριστής υποχρεούται να υποβάλει αίτηση πτώχευσης της επιχείρησης. Αντίθετα, εφόσον ολοκληρωθεί με επιτυχία η διαδικασία από τον ειδικό διαχειριστή, τότε το προϊόν της ρευστοποίησης διατίθεται για την πλήρη ικανοποίηση όλων των πιστωτών.
Κάπως έτσι έχει λοιπόν η νομοθετική διάταξη για την ειδική διαχείριση και μένει να φανεί αν με αυτό τον τρόπο θα ψηφιστεί από τη Βουλή. Όλοι στην αγορά γνωρίζουν ότι η συγκεκριμένη διάταξη δεν συντάχθηκε από το υπουργείο Ανάπτυξης, αλλά από συγκεκριμένο δικηγορικό γραφείο.
Επίσης, οι «κακές γλώσσες» λένε ότι, παρά τα όσα ακούγονται δημοσίως, οι τράπεζες δεν είναι καθόλου, μα καθόλου αντίθετες με το περιεχόμενο της συγκεκριμένης διάταξης. Άλλωστε, όσα και αν ακούγονται δημοσίως, τα «ψαγμένα» νομικά επιτελεία των τραπεζών γνωρίζουν ότι οι φήμες περί «κουρέματος» των επιχειρηματικών οφειλών είναι – λίγο ή πολύ – για λαϊκή κατανάλωση. Και στο συγκεκριμένο ζήτημα, το μαχαίρι και το πεπόνι το έχουν οι τράπεζες. Και ειδικά σε ό,τι αφορά τις μεγάλες επιχειρήσεις, αυτές είναι που θα αποφασίσουν πόσο «κούρεμα» θα γίνει και σε ποιους.
Οι επόμενες ημέρες αναμένονται με ενδιαφέρον. Καταρχάς θα φανεί το τι έχει να πει η τρόικα επί του θέματος (σ.σ.: και αν αληθεύουν οι ψίθυροι μπορεί επί της αρχής να μην έχει αντίρρηση, αλλά στις λεπτομέρειες υπάρχουν ζητήματα, ειδικά όσον αφορά τη διασφάλιση των συμφερόντων του Δημοσίου). Και κατά δεύτερον, αναμένονται οι αντιδράσεις εντός της Βουλής.
πηγή |