Στην ομιλία του, στη Βουλή, ο υπουργός Οικονομικών Γκ. Χαρδούβελης διαβεβαίωσε τους Ελληνες πολίτες πως η σημερινή κατάσταση της ελληνικής οικονομίας έχει αλλάξει τόσο πολύ από το πρόσφατο παρελθόν της κρίσης, που το μεγαλύτερο πρόβλημά της είναι το πολιτικό κλίμα.
Τόνισε ακόμη πως η ψήφος εμπιστοσύνης εξασφαλίζει πολιτική σταθερότητα για τη χώρα, η οποία πλέον αποτελεί πυλώνα ασφάλειας και σταθερότητας και θα μπορεί την επόμενη μέρα του Μνημονίου να δανείζεται στις αγορές εφ' όσον με πολιτική υπευθυνότητα πληρώνει ανελλιπώς τους τόκους στους πιστωτές της.
Βεβαίως, ο στρουθοκαμηλισμός της κυβέρνησης δεν μας είναι καινούργιος. Θα έπρεπε, όμως, κάποιος να υποδείξει στον υπουργό Οικονομικών της πως η πολιτική υπευθυνότητα μιας χώρας -και ιδιαίτερα της κυβέρνησής της- απευθύνεται κι αφορά πρωτίστως τους ίδιους τους πολίτες της κι όχι τους πιστωτές της. Πως η πολιτική ευθύνη αποπληρωμής του χρέους προϋποθέτει -όπως και με τα χρεωμένα νοικοκυριά- τη βιωσιμότητα του χρέους, κι όταν αυτή δεν υπάρχει, προϋποθέτει τη μερική διαγραφή του. Πως προϋπόθεση της βιωσιμότητας του χρέους είναι η ανάπτυξη της οικονομίας κι όχι η διαρκής ύφεσή της, στην οποία υποχρεώνει η πολιτική τής διαρκούς λιτότητας που εξακολουθεί να ασκεί η κυβέρνηση, με μοναδικό στόχο την εξοικονόμηση των οφειλομένων στους πιστωτές.
Θα έπρεπε ακόμη να του θυμίσει πως όλοι οι τελευταίοι κρατικοί προϋπολογισμοί θυσίασαν στο βωμό της μείωσης των ελλειμμάτων και της αποπληρωμής των τοκοχρεολυσίων κάθε δυνατότητα ανάπτυξης της οικονομίας, μαζί με την ικανότητα αξιοπρεπούς διαβίωσης μεγάλου μέρους της κοινωνίας. Και πως αν το προσχέδιο προϋπολογισμού 2015, που ο ίδιος παρουσίασε, διεκδικούσε πράγματι δάφνες ειλικρίνειας και υπευθυνότητας, προτάσσοντας του πρωτογενούς πλεονάσματος την ανάκαμψη κατά 2,9% της οικονομίας, όφειλε να εξηγεί από πού θα προκύψει η εκρηκτική άνοδος των επενδύσεων (11,8%) και των εξαγωγών (5,3%) σε συνθήκες περιορισμού της ζήτησης, λόγω αύξησης των φορολογικών βαρών και του πληθωρισμού, χωρίς αύξηση μισθών-συντάξεων, με μείωση των δημόσιων επενδύσεων και εν μέσω διεθνούς οικονομικής καχεξίας, αν όχι κρίσης.
Τέλος, θα ήταν απαραίτητο να τονισθεί πως η ευθύνη του πολιτικού προσωπικού της κυβέρνησης είναι διπλή και πολλαπλή, αφού είναι το ίδιο επιτελείο που τα προηγούμενα χρόνια προκάλεσε ατιμωρητί και διαχειρίστηκε ανεπιτυχώς την κρίση. Πως μία πολιτικά υπεύθυνη διακυβέρνηση όφειλε τους αναπτυξιακούς στόχους που είχε θέσει την προηγούμενη εξαετία να τους έχει τηρήσει ανελλιπώς, αντί να απομυζά και να εξαθλιώνει συστηματικά τη μισθωτή εργασία, τους συνταξιούχους και τους ανέργους χάριν των πιστωτών.
Πώς θα μπορούσε να παραδίδει μαθήματα πολιτικής υπευθυνότητας, αν είχε ανακτήσει τη χαμένη ανταγωνιστικότητα της οικονομίας (που δεν έχει), αν είχε μέσω της εξωστρέφειας παρασύρει την οικονομία στην ατραπό της ανάπτυξης (-4,2% οι εξαγωγές και -0,7% το ΑΕΠ το α' εξάμηνο 2014), αντί να την εκτρέπει κατά 16 ολόκληρες ποσοστιαίες μονάδες από τους στόχους που η ίδια είχε θέσει και πως μπορούσε να μιλά για έξοδο από την εποπτεία της τρόικας και δανεισμό στις αγορές αν τα σπρεντ δεν βρίσκονταν στο απαγορευτικό ύψος των 600 μονάδων κι αν δεν τρόμαζε η ίδια τις αγορές με την αυταρέσκεια και τον παράλογο εφησυχασμό της περί του «πυλώνα σταθερότητας κι ασφάλειας», σε μια εποχή που η παγκόσμια οικονομία παραπαίει.
Δυστυχώς για τη χώρα, κ. Χαρδούβελη, την πολιτική σταθερότητα δεν διασφαλίζει καμία οριακή κοινοβουλευτική ψήφος εμπιστοσύνης, αλλά η οικονομική ανάπτυξη και κοινωνική συνοχή που -αλίμονο- παραμένουν άφαντες τόσα χρόνια.
πηγή |