Εἰς τὴν Σταύρωσιν Ζῶν εἶ Θεὸς σύ, καὶ νεκρωθεὶς ἐν ξύλῳ, Ὦ νεκρὲ γυμνέ, καὶ Θεοῦ ζῶντος Λόγε. Ἀπόψε, Μεγάλη Πέμπτη βράδυ, ψάλλουμε την Ακολουθία των Παθών του Κυρίου, τον Ὄρθρο, δηλαδή (ἤτοι την κυρία ἑωθινὴ προσευχὴ) τῆς Μεγάλης Παρασκευής, ψάλλεται δὲ ἀφ᾿ ἑσπέρας οἰκονομικώτερον, κατὰ συγκατάβασιν τῆς Ἐκκλησίας, πρὸς εὐκολίαν τῶν πιστῶν.
Εἰς τὸν εὐγνώμονα Λῃστὴν Κεκλεισμένας ἤνοιξε τῆς Ἐδὲμ πύλας, Βαλὼν ὁ Λῃστὴς κλεῖδα τό, Μνήσθητί μου.
**********
Την Παρασκευή ο Κύριος σύρθηκε δέσμιος από τον Καϊάφα στον τότε ηγεμόνα της Ιουδαίας Πόντιο Πιλάτο. Αυτός, αφού Τον ανέκρινε με πολλούς τρόπους και μολονότι ομολόγησε δυο φορές ότι ο Χριστός είναι αθώος, ωστόσο, προς ικανοποίησιν των Ιουδάιων τον καταδίκασε σε θάνατο και αφού τον μαστίγωσε τον Δεσπότη των όλων σαν δραπέτη δούλο, Τον παρέδωσε για να σταυρωθεί.
Έτσι ο Ιησούς, παραδόθηκε στους στρατιώτες οι οποίοι τον γύμνωσαν, του φόρεσαν κόκκινη χλαμύδα, τον στεφάνωσαν με ακάνθινο στεφάνι, του έδωσαν να κρατάει κάλαμο σαν σκήπτρο, τον προσκυνούσαν χλευαστικά, τον έφτυναν και τον χτυπούσαν στο πρόσωπο και στο κεφάλι.
Στην συνέχεια του ξαναφόρεσαν τα ιμάτιά του και τον οδήγησαν προς τον Γολγοθά, τον τόπο της καταδίκης, βαστάζοντας το Σταυρό. Εκεί, γύρω στην Τρίτη ώρα της ημέρας, τον σταύρωσαν μεταξύ δυο ληστών, τον βλασφημούσαν, τον πότισαν με ξύδι ανακατεμένο με χολή.
Γύρω στην ενάτη ώρα, βγάζοντας φωνή μεγάλη, λέγοντας: «Τετέλεσται», εξέπνευσε «ο αμνός του Θεού, ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου», την ώρα κατά την οποία σφάζονταν, σύμφωνα με τον νόμο, ο πασχαλινός αμνός, ο οποίος είχε καθιερωθεί πρίν 1043 χρόνια ως έθιμο στους Εβραίους, προτυπώνοντας τον Εσταυρωμένο Χριστό, .
Το δεσποτικό αυτό θάνατο και η άψυχη κτίση, πενθώντας, τον τρέμει και αλλοιώνεται από το φόβο αλλά ο Δημιουργός της κτίσεως ακόμα και όταν είναι νεκρός, λογχίστηκε την ακήρατη πλευρά Του απ’ την οποία έρρευσε αίμα και νερό.
Τέλος, κατά τη δύση του ηλίου, ο Ιωσήφ από Αριμαθείας και ο Νικόδημος μαζί, και οι δυο κρυφοί μαθητές του Ιησού, αποκαθήλωσαν το πανάγιο του διδασκάλου σώμα από τον Σταυρό, το αρωμάτισα,ν το τύλιξαν με καθαρό σεντόνι και αφού το έθαψαν σε καινούργιο τάφο, κύλησαν στο στόμιο του μεγάλο λίθο.
Αυτά τα φρικτά και σωτήρια πάθη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού επιτελούμε σήμερα και εις ανάμνησιν αυτών παραλάβαμε από αποστολική διαταγή, την νηστεία της Παρασκευής.
Ἀπολυτίκιον Ἦχος πλ. δ'. Ὅτε οἱ ἔνδοξοι Μαθηταί, ἐν τῷ νιπτῆρι τοῦ Δείπνου ἐφωτίζοντο, τότε Ἰούδας ὁ δυσσεβής, φιλαργυρίαν νοσήσας ἐσκοτίζετο, καὶ ἀνόμοις κριταῖς, σὲ τὸν δίκαιον Κριτὴν παραδίδωσι. Βλέπε χρημάτων ἐραστά, τὸν διὰ ταῦτα ἀγχόνῃ χρησάμενον, φεῦγε ἀκόρεστον ψυχὴν τὴν Διδασκάλῳ τοιαῦτα τολμήσασαν. Ὁ περὶ πάντας ἀγαθός, Κύριε δόξα σοι.
Κοντάκιον Ἦχος πλ. δ'. Τὸν δι' ἡμᾶς Σταυρωθέντα, δεῦτε πάντες ὑμνήσωμεν· αὐτὸν γὰρ κατεῖδε Μαρία ἐπὶ τοῦ ξύλου, καὶ ἔλεγεν· Εἰ καὶ σταυρὸν ὑπομένεις, σὺ ὑπάρχεις ὁ Υἱὸς καὶ Θεός μου.
Ὁ Οἶκος Τὸν ἴδιον Ἄρνα, ἡ ἀμνὰς θεωροῦσα πρὸς σφαγὴν ἑλκόμενον, ἠκολούθει Μαρία, τρυχομένη μεθ' ἑτέρων γυναικῶν, ταῦτα βοῶσα· Ποῦ πορεύῃ Τέκνον, τίνος χάριν, τόν ταχὺν δρόμον τελεῖς; μὴ ἕτερος γάμος πάλιν ἐστὶν ἐν Κανᾷ; Κᾀκεὶ νῦν σπεύδεις, ἵνα ἐξ ὕδατος αὐτοῖς οἶνον ποιήσης; συνέλθω σοι Τέκνον, ἢ μείνω σοι μᾶλλον, δός μοι λόγον Λόγε, μὴ σιγῶν παρέλθῃς με, ὁ ἁγνὴν τηρήσας με· σὺ γὰρ ὑπάρχεις ὁ Υἱὸς καὶ Θεός μου.
*******
Μεγάλη Πέμπτη
Κατά την Μεγάλη Πέμπτη (Μ. Τετάρτη βράδυ) επιτελούμε ανάμνηση: Της νίψεως των ποδών των Αποστόλων υπό του Κυρίου, του Μυστικού Δείπνου, δηλαδή της παραδόσεως σ' εμάς υπό του Κυρίου του Μυστηρίου της θείας Ευχαριστίας, της θαυμαστής προσευχής του Κυρίου προς τον Πατέρα Του και της προδοσίας του Κυρίου υπό του Ιούδα.
Μ. Πέμπτη (Μ. Τετάρτη βράδυ): Εἰς τὸν Ἱερὸν Νιπτήρα - Εἰς τὸν Μυστικον Δεῖπνον - Εἰς τὴν Προδοσίαν
Την Μεγάλη Τετάρτη το βράδυ, κατά την οποία στους Ιερούς Ναούς μας ψάλλεται ο Όρθρος της Μεγάλης Πέμπτης, η Εκκλησία μάς υπενθυμίζει τον Μυστικό Δείπνο, κατά τη διάρκεια του οποίου ο Κύριος παρέδωσε στους Μαθητές και Αποστόλους Του το Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας.
Εἰς τὸν Ἱερὸν Νιπτήρα Νίπτει Μαθητῶν ἑσπέρας Θεὸς πόδας, Οὗ ποῦς πατῶν ἦν εἰς Ἐδὲμ δείλης πάλαι.
Εἰς τὸν Μυστικον Δεῖπνον Διπλοῦς ὁ Δεῖπνος· Πάσχα γὰρ νόμου φέρει, Καὶ Πάσχα καινόν, Αἷμα. Σῶμα Δεσπότου.
Εἰς τὴν ὑπερφυᾶ Προσευχὴν Προσεύχῃ· καὶ φόβητρα, θρόμβοι αἱμάτων, Χριστέ, προσώπου, παραιτούμενος δῆθεν Θάνατον, ἐχθρὸν ἐν τούτοις φενακίζων.
Εἰς τὴν Προδοσίαν Τί δεῖ μαχαιρῶν, τί ξύλων λαοπλάνοι, Πρὸς τὸ θανεῖν πρόθυμον εἰς Κόσμου λύτρον.
Εκείνο το βράδυ της Πέμπτης, πριν ν' αρχίσει το δείπνο ο Κύριος Ιησούς σηκώθηκε από το τραπέζι, άφησε κάτω τα ιμάτιά του, έβαλε νερό στο νιπτήρα και τα έκανε όλα μόνος Του, πλένοντας τα πόδια των Μαθητών Του. Με τον τρόπο αυτό έδειξε σ' όλους να μην επιζητούν τα πρωτεία. Μετά τη νίψη των ποδιών τους είπε: «όποιος θέλει να είναι πρώτος, να είναι τελευταίος απ' όλους».
Πρώτα πήγε στον Ιούδα και μετά στό Πέτρο, ο οποίος ήταν ο πιο ορμητικός απ' όλους και στην αρχή σταμάτησε τον Διδάσκαλο, αλλ' ύστερα, όταν ο Κύριος τον ήλεγξε, υποχώρησε με τη καρδιά του. Αφού έπλυνε τα πόδια όλων, ο Κύριος πήρε τα ιμάτιά Του και ξανακάθησε.
Άρχισε κατόπιν να τους προτρέπει ν' αγαπούν ο ένας τον άλλον και να μη επιζητούν το ποιός θα είναι πρώτος. Στη συνέχεια τους μίλησε για την προδοσία και επειδή θορυβήθηκαν, στράφηκε με ήρεμο τρόπο στον Ιωάννη και υπέδειξε τον προδότη βουτώντας μια μπουκιά ψωμί στο πιάτο και προσφέροντάς την στον Ιούδα τον οποίο και προέτρεψε να κάνει γρήγορα ό, τι είχε να κάνει.
Κατόπιν πήρε ψωμί στα χέρια Του και είπε: «Λάβετε, φάγετε». Το ίδιο έκανε και με το ποτήρι του κρασιού λέγοντας: «Πίετε εξ αυτού πάντες, τούτο εστι το αίμα μου το της Καινής Διαθήκης...". Μετά από αυτό, ο Ιούδας έφυγε προς τους αρχιερείς να τους παραδώσει τον Χριστό.
Μετά το δείπνο βγήκαν όλοι στο όρος των Ελαιών, όπου ο Χριστός τους μίλησε τα ανήκουστα και τελευταία και άρχισε να λυπάται και να ανυπομονεί. Αναχώρησε μόνος και, γονατίζοντας, προσευχήθηκε εκτενώς. Από την πολλή αγωνία ο ιδρώτας Του ήταν σαν θρόμβοι αίματος που έπεφταν στη γη. Μετά την εναγώνια εκείνη προσευχή, έφθασε ομάδα ενόπλων και όχλος, μαζί & ο Ιούδας ο οποίος υπέδειξε τον Κύριο φιλώντας τον.
Συνελήφθη λοιπόν ο Κύριος Ιησούς και σύρθηκε δέσμιος προς τους Αρχιερείς Άννα και Καϊάφα. Οι μαθητές σκόρπισαν και ο θερμότερος των άλλων ο Πέτρος τον ακολούθησε ως την αρχιερατική αυλή όπου, όταν τον ρώτησαν, αρνήθηκε ότι είναι μαθητής Του.
Εν τω μεταξύ ο Χριστός οδηγούνταν στο συνέδριο των παρανόμων...
|