Το θλιβερό τάνγκο του Βενιζέλου
Τελικά, για ποιον δούλευε και δουλεύει αυτή η κυβέρνηση; Πότε θα τελειώσει αυτή η κοροϊδία;
Του Δημήτρη Καζάκη Οικονομολόγου – Αναλυτή
Ο κ. αντιπρόεδρος και υπουργός Οικονομικών της κυβέρνησης Ε. Βενιζέλος στην πρόσφατη συνέντευξή του αναρωτήθηκε: «Υπάρχει έστω κι ένας Έλληνας πολίτης που πιστεύει ότι μπορούσαμε χωρίς κίνδυνο για τη χώρα, χωρίς δραματικό κίνδυνο για τις περιουσίες, τις δουλειές, τα εισοδήματα και τις προοπτικές των Ελλήνων, να πάρουμε άλλες αποφάσεις, πιο φιλικές, λιγότερο δύσκολες και δεν τις παίρνουμε;»
Προσωπικά αναρωτιόμαστε αν σήμερα υπάρχει έστω κι ένας Έλληνας πολίτης που πιστεύει ότι ο κ. Βενιζέλος και η κυβέρνησή του λένε την αλήθεια. Υπάρχει έστω και ένας που πιστεύει ότι αυτές οι απανωτές αποφάσεις στραγγίσματος του μέσου ελληνικού νοικοκυριού και της ελληνικής οικονομίας θα μας σώσουν από την επίσημη πτώχευση; Υπάρχει έστω και ένας αφελής που σήμερα να πιστεύει ότι υπάρχει μέλλον για τη χώρα ακολουθώντας αυτό τον μονόδρομο που σε κάθε βήμα του αποδεικνύεται καταστροφικός;
Θυμάται άραγε κανείς τις δηλώσεις του κ. Παπανδρέου πριν από κάμποσους μήνες, που μας έλεγε ότι τα συνέρια αναδιάρθρωσης, σαν κι αυτό που μας επιβλήθηκε με τις αποφάσεις της 21ης Ιουλίου, ισοδυναμούν με καταστροφή της χώρας; Σε συνέντευξή του στη γαλλική εφημερίδα «Le Figaro » (15.11.10) ο πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου έλεγε για ένα πιθανό σενάριο αναδιάρθρωσης με «κούρεμα» του δημόσιου χρέους: «Αυτό το σενάριο δεν συζητείται καν. Θα είναι καταστροφή για τους Έλληνες πολίτες, δεδομένων των θυσιών στις οποίες συναίνεσαν» και τόνιζε ότι θα είναι και «καταστροφή για την εμπιστοσύνη προς την Ευρώπη και το ευρώ». Και γεμάτος με προσποιητή αυτοπεποίθηση εξακολουθούσε: «Συνεχίζουμε στην ίδια κατεύθυνση. Διαψεύσαμε, ήδη, όσους υποστήριξαν ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να τακτοποιήσει τους λογαριασμούς της. Συνεχίζεται η προσπάθειά μας».
Τζάμπα μάγκες
Τότε ο πρωθυπουργός το έπαιζε και τζάμπα μάγκας απέναντι στη Μέρκελ, η οποία δήλωνε ότι η Γερμανία ήθελε να δει συμμετοχή και του ιδιωτικού τομέα στο κόστος μιας πιθανής αναδιάρθρωσης του χρέους της Ελλάδας. Αυτό που υπονοούσε η Μέρκελ το είδαμε να συμβαίνει με τις αποφάσεις της 21ης Ιουλίου, οι οποίες βασίζονται σε μια συμφωνία για εθελοντική ανταλλαγή ομολόγων (PSI) με συμμετοχή ιδιωτικών τραπεζών και φαινομενικό «κούρεμα» κατά 21%. Όμως την εποχή εκείνη ο κ. Παπανδρέου καυτηρίαζε τη στάση του Βερολίνου και την πρόταση για συμμετοχή τραπεζών και επενδυτών στον μηχανισμό στήριξης κρατών - μελών της ευρωζώνης, προειδοποιώντας ότι κάτι τέτοιο θα μπορούσε να οδηγήσει ακόμη και στη χρεοκοπία μίας χώρας - μέλους. «Η γερμανική κυβέρνηση έχει υποστηρίξει ότι οι τράπεζες, που χρηματοδοτούν χώρες με υψηλά επίπεδα χρέους, θα πρέπει να είναι έτοιμες να αναλάβουν το κόστος μιας πιθανής στάσης πληρωμών... Η θέση αυτή δημιούργησε έναν κύκλο υψηλότερων επιτοκίων για χώρες που φάνηκε ότι ήσαν σε δυσχερή θέση, όπως η Ιρλανδία ή η Πορτογαλία» παρατήρησε ο κ. Παπανδρέου και πρόσθεσε στον ίδιο τόνο: «Θα μπορούσε να δημιουργήσει μία αυτοεκπληρούμενη προφητεία... Είναι σαν να λες σε κάποιον που βρίσκεται σε δεινή θέση, ότι του αυξάνεις το φορτίο που έχει να σηκώσει». («Εξπρές», 16.11.10).
Τα θυμάται αυτά κανείς; Τις θυμούνται αυτές τις δηλώσεις η κυβέρνηση και ο κ. Παπανδρέου σήμερα; Πώς γίνεται κι αυτό ακριβώς που ισοδυναμούσε με απόλυτη καταστροφή τότε, αποτελεί την καλύτερη δυνατή λύση σήμερα; Πότε μας κορόιδευαν; Τι διαφορετικό από αυτό που καταδίκαζε και απευχόταν τότε ο κ. Παπανδρέου είναι οι αποφάσεις της 21ης Ιουλίου;
Θυμάται κανείς τις απανωτές δηλώσεις του προηγούμενου υπουργού οικονομικού κ. Παπακωνσταντίνου ότι «η αναδιάρθρωση του χρέους της Ελλάδας θα ήταν καταστροφή για την ευρωζώνη» («Κέρδος», 16.9.10); Και τόνιζε: «Είναι εντελώς εκτός συζήτησης η αναδιάρθρωση. Θα ήταν καταστροφή... Θα είχε επιπτώσεις στην ευρωζώνη… Ο λόγος που οι αγορές δεν έχουν ακόμη ανταποκριθεί, είναι ότι περιμένουν να δουν αν μπορούμε να μείνουμε εντός της πορείας μας». Κι έτσι έπραξαν. Όσο περισσότερο έμενε εντός πορείας η κυβέρνηση τόσο περισσότερο βυθιζόταν το καράβι, τόσο περισσότερο αύξαναν οι πιέσεις των αγορών. Φτάσαμε στο σημείο τα ελληνικά ομόλογα να πληρώνουν ασφάλιστρα έναντι κινδύνου για χρεοκοπία τα υψηλότερα από την εποχή που επινοήθηκαν τα CDS. Τελικά, για ποιον δούλευε και δουλεύει αυτή η κυβέρνηση; Πότε θα τελειώσει αυτή η κοροϊδία;
Πότε θα λογοδοτήσει κάποιος για όλα αυτά; Θυμάστε τον πρωθυπουργό που σε συνέντευξή του στον κατεξοχήν εκπρόσωπο του γερμανικού κιτρινισμού, την «Bild» (24.11.11), δήλωνε ανερυθρίαστα: «Σας υπόσχομαι ότι η Ελλάδα θα αποπληρώσει και το τελευταίο σεντ»; Αυτή τη διαβεβαίωση έδινε ο τζάμπα μάγκας πρωθυπουργός στη μακροσκελή συνέντευξή του, υπό τον τίτλο: «Στοιχηματίζετε ότι δεν θα πληρώσετε ποτέ τα χρέη σας, κ. Παπανδρέου;». Ο πρωθυπουργός επισημαίνει ότι «η ελληνική οικονομία έχει μεγάλη δυναμική και αυτή τη στιγμή βιώνει μία πραγματική έκρηξη των εξαγωγών της, χάρη στις διαρκείς δομικές μεταρρυθμίσεις και τις θυσίες που υπέστη ο ελληνικός λαός την προηγούμενη χρονιά και συνεχίζει να υφίσταται».
Όλα στους τοκογλύφους
Πού πήγε αυτή η «μεγάλη δυναμική» της ελληνικής οικονομίας με την «πραγματική έκρηξη των εξαγωγών της» – η οποία είναι δημιούργημα του γνωστού ταλέντου του κ. Γεωργίου, προέδρου της ΕΛΣΤΑΤ, στη στατιστική μεθοδολογία – αλλά και η απόδοση των «δομικών μεταρρυθμίσεων» και των θυσιών «που υπέστη ο ελληνικός λαός την προηγούμενη χρονιά και συνεχίζει να υφίσταται»; Τι απέγιναν όλα αυτά; Τίποτε. Απλώς ήταν λόγια του αέρα. Το μόνο που μετρούσε και εξακολουθεί να μετρά για την κυβέρνηση είναι η υπόσχεση του πρωθυπουργού ότι «η Ελλάδα θα αποπληρώσει και το τελευταίο σεντ» στους τοκογλύφους δανειστές της και στις κυβερνήσεις τους. Έστω κι αν χρειαστεί να εξοντωθεί κοινωνικά και οικονομικά ο πληθυσμός της και να ακρωτηριαστεί ως χώρα.
Αυτό το νόημα είχαν και οι δηλώσεις Βενιζέλου κατά την επίσκεψή του στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας (22.9): «Ο κόσμος – και δικαίως – νομίζει ότι η κρίση είναι αυτή που ζούμε, δηλαδή η περικοπή μισθών, συντάξεων, εισοδημάτων, η μείωση των προοπτικών που έχουν τα νέα παιδιά. Αλλά δυστυχώς αυτό δεν είναι η κρίση. Αυτό είναι μια προσπάθεια, πολύ
σκληρή, που κάνουμε να προστατευθούμε και να αποφύγουμε την κρίση. Γιατί η κρίση θα είναι η Αργεντινή του 2000, δηλαδή η πλήρης διάλυση της οικονομίας, των θεσμών, του κοινωνικού ιστού και της παραγωγικής βάσης της χώρας. Κι αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι, δυστυχώς, η ευρωζώνη αυτή τη στιγμή, δεν έχει το πολιτικό και θεσμικό επίπεδο που απαιτούν οι κρίσιμες περιστάσεις. Και η νευρικότητα που υπάρχει σε μεγάλες χώρες – χώρες που ηγούνται της ευρωζώνης – για δικούς τους εσωτερικούς λόγους, ξεσπάει επάνω μας. Εμείς πρέπει να είμαστε απολύτως συνεπείς στις υποχρεώσεις μας, πρέπει να εκπληρώσουμε όλες τις υποχρεώσεις, για να μη χρησιμοποιούνται επιχειρήματα ή άλλοθι εις βάρος μας».
«Η τρομοκρατία της πείνας» και ο Καβάγιο
Καταρχάς, θα πρέπει να πούμε στον μεγάλο και πολύ υπουργό μας να είναι πιο διαβασμένος όταν προσπαθεί να εκβιάσει τον λαό με πρόστυχα διλήμματα. Η Αργεντινή δεν κατέρρευσε το 2000, αλλά το 2001. Εκτός κι αν η αναφορά του κ. Βενιζέλου στην Αργεντινή του 2000 είχε άλλη λογική. Ανεξερεύνηται αι βουλαί του Υψίστου. Πόσω μάλλον του κ. Βενιζέλου, του γνωστού κατά κόσμον Μπενίτο, όπως πολύ εύστοχα τον έχει βαφτίσει ο Τζίμης Πανούσης.
Ας δούμε όμως αν η Αργεντινή του 2000, κατά Βενιζέλο, ή του 2001 οδηγήθηκε στην κατάρρευση γιατί ακολούθησε άλλη πολιτική. Τον
Μάρτιο του 2001, περίπου 50 χιλιάδες κόσμου διαδήλωναν στους κεντρικούς δρόμους του Μπουένος Άιρες για την 25η επέτειο της στρατιωτικής χούντας. Σύμφωνα με τους «Financial Times» (26.3.01), «πολλοί έκαναν συγκρίσεις ανάμεσα στη στρατιωτική χούντα του 1976 και το οικονομικό μοντέλο της αγοράς που ακολούθησε την επιστροφή στη δημοκρατία. Ένα πανό έγραφε: «Χούντα σημαίνει τρομοκρατία του αίματος. Αγορά σημαίνει τρομοκρατία της πείνας». Σας λέει τίποτε αυτό;
Το ΔΝΤ βρισκόταν ήδη στον δεύτερο χρόνο παρέμβασής του στην Αργεντινή προκειμένου να τη «σώσει» από την κρίση χρέους και την κατάρρευση. Οι πολιτικές που απαιτούσε να επιβληθούν είχαν εκτινάξει την ανεργία στο 16%, το λαϊκό εισόδημα είχε βυθιστεί κατά 20%-30%, η εσωτερική αγορά πέθαινε κι όμως το χρέος αύξανε και η ύφεση βάθαινε.
«Λιτότητα ή κατάρρευση»
Τότε, σαν Ιππότης της Αποκαλύψεως πάνω σε μαύρο άλογο, εμφανίζεται ο Ντομίνγκο Κα-βάγιο, εκ του Χάρβαρντ και επιφανής πολιτικός του κατεστημένου. Κάτι δηλαδή σαν τον δικό μας Μπενίτο. Αναλαμβάνει τα ηνία της οικονομίας τον Μάρτιο του 2001 και υπόσχεται ότι θα σώσει πάση θυσία την Αργεντινή. Η κυβέρνηση του δίνει έκτακτες εξουσίες για να κινηθεί εν λευκώ. Το πρώτο που κάνει είναι να διαπραγματευτεί μια εθελοντική ανταλλαγή ομολόγων (PSI) με τις τράπεζες - δανειστές της Αργεντινής, με το ΔΝΤ και την Ουάσιγκτον, στην οποία μάλιστα υπόσχεται ότι η χώρα του δεν πρόκειται να εγκαταλείψει ποτέ το δολάριο. Να σας θυμίσουμε ότι η Αργεντινή είχε κλειδώσει το δικό της νόμισμα με το δολάριο για τους ίδιους περίπου λόγους που και η Ελλάδα βρίσκεται υπό καθεστώς ευρώ.
Πριν εφαρμοστεί η πρώτη φάση της συμφωνίας PSI, ο μέγας και πολύς Καβάγιο ανακοινώνει ένα πρωτοφανές πρόγραμμα λιτότητας, φοροεπιδρομής και περικοπών σαν αυτό που ανακοίνωσε ο δικός μας Μπενίτο. Ο Αργεντίνος ομόλογος του κ. Βενιζέλου το ονόμασε πρόγραμμα «μηδενικού πρωτογενούς ελλείμματος» και υποσχέθηκε ότι μέχρι το τέλος του ίδιου χρόνου τα δημοσιονομικά της Αργεντινής θα εμφάνιζαν πρωτογενή πλεονάσματα. Σας θυμίζει τίποτε αυτό;
Συνεχίζουμε: «Λιτότητα ή κατάρρευση» ήταν το δίλημμα που έθεσε στον λαό της Αργεντινής ο Καβάγιο, και το «Economist» (19.7.01) της εποχής το είχε αναδείξει σε κεντρικό του τίτλο. Λίγο νωρίτερα είχε προχωρήσει η πρώτη φάση της ανταλλαγής ομολόγων PSI με απόλυτη επιτυχία. Ο Καβάγιο δήλωνε περιχαρής: «Νικήσαμε όλους εκείνους που στοιχημάτιζαν εναντίον της Αργεντινής. Λύσαμε τις πιο επείγουσες ανάγκες μας και τώρα προχωρούμε μπροστά για το πιο σημαντικό: ανάπτυξη στην οικονομία της Αργεντινής». («The New York Times», 5.6.01).
Υποτίθεται ότι με την ανταλλαγή και την επιμήκυνση της διάρκειας του χρέους που είχε πετύχει η κυβέρνηση της Αργεντινής, είχαν λυθεί οι πιο πιεστικές ανάγκες πληρωμής τοκοχρεολυσίων και έτσι θα μπορούσε με τα πλεονάσματα που θα εξασφάλιζε η αιματηρή λιτότητα να χρηματοδοτηθεί η ανάπτυξη.
«Κούρεμα» 20%!
Μάλιστα, επίσημα η κυβέρνηση της Αργεντινής τότε έλεγε ότι είχε πετύχει ένα «κούρεμα» του χρέους της τάξης του 20%. Η αλήθεια ήταν ότι λόγω των κρυφών τότε εγγυήσεων που είχε συμφωνήσει να πληρώσει στους τραπεζίτες το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους
είχε αυξηθεί κατά 28%. Μέσα σε δυο μήνες η ανέχεια σάρωσε κυριολεκτικά την αργεντίνικη κοινωνία και η ύφεση χτύπησε κόκκινο. Οι αγορές και το ΔΝΤ άρχισαν να πιέζουν για περισσότερα μέτρα, πιο αυστηρές περικοπές και πιο δραστική λιτότητα. Ο Καβάγιο σε μια κρίση πανικού έλεγε τον Ιούλιο του 2001: «Αν θέλουν [οι αγορές] μπορούν να προκαλέσουν την πτώχευση [της Αργεντινής]. Όμως η Αργεντινή δεν θα αποτελέσει την αιτία της πτώχευσης, οπωσδήποτε όχι. Η Αργεντινή θα εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της, θα πληρώσει τους τόκους στο χρέος της».
Θα παραμείνουμε αμέτοχοι θεατές;
Σας θυμίζουν τίποτε αυτά τα λόγια; Να τι είπε ο κ. Βενιζέλος στην πρόσφατη συνέντευξη Τύπου: «Υπάρχει πάντα ο κίνδυνος καθυστερήσεων, υπάρχει πάντα ο κίνδυνος αντιφάσεων, υπάρχει πάντα ο κίνδυνος εμπλοκών, υπάρχει πάντα ο κίνδυνος κατά λάθος να οδηγηθούμε σε δραματικές εξελίξεις… Εμείς πρέπει να θωρακιστούμε απέναντι σε όλα αυτά. Και ο θώρακας είναι ένας και μόνο: Να εκπληρώνουμε τις υποχρεώσεις μας».
Έλεγε τίποτε διαφορετικό ο Καβάγιο της Αργεντινής του 2001; Αντίθετα, διαβεβαίωνε, όπως κι ο κ. Βενιζέλος, ότι η «Αργεντινή θα επιστρέψει στην ανάπτυξη και, όταν αυτό γίνει, θα είναι πολύ έντονη». Και για να γίνει, εφάρμοζε την ίδια ακριβώς συνταγή: αδίστακτη λιτότητα, δραστικές περικοπές και γενικευμένη εκποίηση των πάντων μέσα από ιδιωτικοποιήσεις και γενικό ξεπούλημα.
Ύστερα από οχτώ μήνες ως υπουργός οικονομικών της Αργεντινής, ο Καβάγιο το μόνο που είχε μάθει να λέει ήταν ότι «εμείς πρέπει να τηρούμε τις υποχρεώσεις μας» και να πετσοκόβει νοικοκυριά και οικονομία σε τέτοιο βαθμό που έφτασε στις αρχές Δεκεμβρίου του 2001 να απαγορεύει τις αναλήψεις από τις τράπεζες για πάνω από 1.000 δολάρια τον μήνα και να εισάγει την πολιτική της δολαριοποίησης, δηλαδή την αντικατάσταση του εγχώριου νομίσματος από το ίδιο το δολάριο.
Εκφοβισμοί με το νόμισμα!
Στις 5 Δεκεμβρίου 2001 ο Καβάγιο δήλωνε ότι «αν η Αργεντινή το αποφασίσει, θα υπάρξει στην πράξη 100% χρήση του δολαρίου». Ήταν κι αυτή μια ακόμη κίνηση να εξευμενιστούν οι αγορές, που έβλεπαν την ύφεση να βαθαίνει και είχαν ήδη αρχίσει να ξεφορτώνονται μαζικά τα κρατικά ομόλογα της χώρας. «Όταν θα υπερβούμε τη χρηματιστική κρίση, η αντίληψη των αγορών ότι δεν μπορούμε να συμμορφωθούμε με τις υποχρεώσεις μας και ότι θα οδηγηθούμε σε πτώχευση και υποτίμηση, θα διαλυθεί. Και τότε θα είστε σε θέση να δείτε την οικονομική επανενεργοποίηση» (Agence France -Presse, 6.12.01). Αυτή ήταν
η τελευταία επίσημη δήλωση του Καβάγιο πριν από την ολοκληρωτική κατάρρευση της Αργεντινής προς τα τέλη Δεκεμβρίου 2001. Μήπως σας θυμίζει τίποτε; Μήπως εντελώς τυχαία σας θυμίζει τις δηλώσεις των δικών μας υπουργών με πρώτον τη τάξη τον κ. Βενιζέλο;
Η Αργεντινή, την οποία αρέσκεται να επικαλείται ο δικός μας Μπενίτο, κατέρρευσε γιατί οι υπουργοί και οι κυβερνήσεις της ήξεραν μόνο να «τηρούν τις υποχρεώσεις τους» απέναντι στις αγορές. Ούτε που διανοήθηκαν ποτέ να «τηρήσουν τις υποχρεώσεις τους» απέναντι στον λαό που τους εκλέγει, αφελώς ποιών. Αν λοιπόν δεχτούμε ότι ο κ. Βενιζέλος ξέρει τι λέει, ακόμη κι όταν αναφέρεται στην Αργεντινή, τότε πόσο καιρό του δίνετε μέχρι να επιφέρει την κατάρρευση της ελληνικής οικονομίας, όπως ακριβώς και ο ομόλογός του στην Αργεντινή Καβάγιο το 2001; Είναι μάλλον σίγουρο ότι η θητεία του κ. Βενιζέλου και της κυβέρνησής του δεν θα είναι μακροβιότερη του κ. Καβάγιο, ούτε και η κατάληξή τους καλύτερη.
Η μεγάλη διαφορά ανάμεσα στη δική μας κατάσταση και σ’ αυτήν της Αργεντινής είναι το γεγονός ότι δίνεται μια τεράστια ευκαιρία στον ελληνικό λαό. Ίσως η τελευταία πριν επέλθει η πλήρης κατάρρευση, που έτσι κι αλλιώς προγραμματίζεται από τις αγορές και το πολιτικό προσωπικό της ευρωζώνης. Μήπως ο ελληνικός λαός θα πρέπει να μάθει να κάνει στάση πληρωμών προς το κράτος, την κυβέρνηση και τις αγορές, πριν υποστεί ο ίδιος παύση πληρωμών προς όφελος των δανειστών, των τραπεζών και των αγορών; Μήπως έτσι πάρει τις τύχες στα χέρια του, πριν τις παραδώσει ολοκληρωτικά στις δυνάμεις που του έχουν επιβάλει καθεστώς κατοχής και δουλοπαροικίας;
Μήπως έτσι αρχίσει επιτέλους αυτός να εκβιάζει ώστε να σταματήσουν πια να τον εκβιάζουν με το πιστόλι στον κρόταφο; Είναι μια ιδέα. Άλλωστε τι έχει να χάσει ο λαός; Το παράδειγμα της Αργεντινής, που προσφάτως τόσο αγαπά να επικαλείται ο δικός μας Μπενίτο, δείχνει ξεκάθαρα πού πάει το πράγμα.
πηγή |