Κύριε, ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις περιπεσοῦσα γυνή, τήν σήν αἰσθομένη θεότητα, μυροφόρου ἀναλαβοῦσα τάξιν, ὀδυρομένη μύρα σοι πρό τοῦ ἐνταφιασμοῦ κομίζει.
Δοξαστικόν των αποστίχων του Όρθρου της Μεγάλης Τετάρτης ("Τροπάριο της Κασσιανής") Πρωτότυπο υμνογραφικό κείμενο
Κύριε, ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις περιπεσοῦσα γυνή, τήν σήν αἰσθομένη θεότητα, μυροφόρου ἀναλαβοῦσα τάξιν, ὀδυρομένη μύρα σοι πρό τοῦ ἐνταφιασμοῦ κομίζει. Οἴμοι, λέγουσα, ὅτι νύξ μοι ὑπάρχει, οἶστρος ἀκολασίας, ζοφώδης τε καί ἀσέληνος ἔρως τῆς ἁμαρτίας. Δέξαι μου τάς πηγάς τῶν δακρύων, ὁ νεφέλαις διεξάγων τῆς θαλάσσης τό ὕδωρ.
Κάμφθητί μοι πρός τούς στεναγμούς τῆς καρδίας, ὁ κλίνας τούς οὐρανούς τῇ ἀφάτῳ σου κενώσει.
Καταφιλήσω τούς ἀχράντους σου πόδας, ἀποσμήξω τούτους δέ πάλιν τοῖς τῆς κεφαλῆς μου βοστρύχοις΄ ὧν ἐν τῷ παραδείσῳ Εὔα τό δειλινόν, κρότον τοῖς ὠσίν ἠχηθεῖσα, τῷ φόβῳ ἐκρύβη. Ἁμαρτιῶν μου τά πλήθη καί κριμάτων σου ἀβύσσους τίς ἐξιχνιάσει, ψυχοσῶστα Σωτήρ μου; Μή με τήν σήν δούλην παρίδης, ὁ ἀμέτρητον ἔχων τό ἔλεος.
Το βράδυ της Μεγάλης Τρίτης ψάλλεται η ακολουθία του Όρθρου της Μεγάλης Τετάρτης. Το δοξαστικόν των αποστίχων του Όρθρου (ποίημα μοναχής Κασσιανής) εκφράζει την μετάνοια και την ταπείνωση της αμαρτωλής γυναίκας του Ευαγγελίου «της αλειψάσης με μύρο τον Κύριο» στην οικία Σίμωνος του Φαρισαίου.
Οι Άγιοι Θεοφόροι πατέρες έχουν ορίσει να τιμάται μνήμη της πόρνης γυναικός, που άλειψε τον Κύριο με μύρο την Αγία και Μεγάλη Τετάρτη, τελευταία ημέρα πριν τα Σωτήρια Πάθη.
Το δοξαστικό των αποστίχων γνωστό και ως «Τροπάριο της Κασσιανής», είναι ένα κλασικό μεγαλούργημα, του οποίου το θεολογικό βάθος, η πρωτοτυπία, η δύναμη και η ποιητική έξαρση εκφράζουν το μυστήριο της μετανοίας, με ταπείνωση και επίγνωση που εξιλεώνει την ψυχή ανοίγοντας την θύρα του Παραδείσου, όπως έγινε με την πόρνη του Ευαγγελίου, τον Ληστή, ή τον Τελώνη.
Παρεξηγημένη Αγία
Δυστυχώς κάποιοι αποδίδουν τα λόγια του Τροπαρίου στον βίο της ίδιας της Κασσιανής, ως δήθεν αμαρτωλής με περιπέτειες και αμαρτωλούς έρωτες με τον Αυτοκράτορα Θεόφιλο. Διάφορoι μυθιστοριογράφοι προσπάθησαν να παραχαράξουν την αλήθεια δημιουργώντας ένα μύθο που εξαπατά πολλούς.
«Την ωραία, αγνή, σοφή παρθένο, την φιλοσοφούσα και τω Θεώ μόνω ζώσα», όπως γράφει Ρωμαίος χρονογράφος της εποχής της, την παρουσίασαν ως πόρνη.
Έτσι η Οσία Κασσιανή είναι παρεξηγημένη και αδικημένη από πολλούς, όπως άλλωστε και η άλλη μεγάλη Αγία, η Μαρία Μαγδαληνή. Οι δύο θεωρούνται σαν πόρνες, σε φανταστικές ιστορίες είτε από άγνοια ή πλάνη, είτε από κακή προαίρεση.
Σύγχρονοί της όπως και μετέπειτα χρονογράφoι, (Γλυκάς, Πτωχοπρόδρομος, Κωδινός, Γεώργιος Αμαρτωλός, Ζωναράς κ,ά.) έγραψαν για τη ζωή της Κασσιανής πως ήταν απλώς μια υποψήφια νύφη για τον αυτοκράτορα Θεόφιλο.
Πέραν τούτου δεν συνέβη τίποτε μεταξύ Κασσιανής και Θεοφίλου, ούτε πριν, ούτε αφού ο Θεόφιλος έδωσε τελικώς το χρυσό μήλο της επιλογής στην Θεοδώρα, νύφη συνυποψηφία της Κασσιανής.
Σύντομη αναφορά στη ζωή και το έργο της μεγάλης υμνογράφου Κασσιανής.
Βιογραφία Οσίας Κασσιανής
Από τα λίγα βιογραφικά στοιχεία που αναφέρουν διάφορο Ρωμαίοι χρονογράφοι, γνωρίζουμε ότι η Κασσιανή είχε ευγενική καταγωγή, με μεγάλη μόρφωση και αρετή.
Η εικόνα της ζωής και της προσωπικότητάς της συμπληρώνεται από το λαμπρό συγγραφικό της έργο. Η ποίησή της μαρτυρεί μια γυναίκα σοφή, με ανεπτυγμένο καλλιτεχνικό συναίσθημα, με μεγάλη πνευματική δύναμη, με βαθιά πίστη και θεολογική γνώση της Αγίας Γραφής.
«Η Κασσιανή υπήρξε η μόνη αξιομνημόνευτη χριστιανή Ρωμαία ποιήτρια, η οποίαι συνδύασε τη λαμπρή συναισθηματικότητα με την βαθιά πίστη και την δραστήρια ειλικρίνεια».
Από τον βυζαντινό χρονογράφο Συμεών Μάγιστρο (990 μ.Χ) μαθαίνουμε ότι η Ευφροσύνη, μητέρα του αυτοκράτορα Θεοφίλου και κόρη του Κωνσταντίνου του ΣΤ’, στην προσπάθειά της να παντρέψη το γιο της, το έτος 830μ.Χ, διοργάνωσε μεγάλη σύναξη από τις πιο όμορφες κοπέλες της Αυτοκρατορίας, στην μεγαλόπρεπη αίθουσα Τρικλίνιο των ανακτόρων της Πόλης. Η προσέλευση υπήρξε μεγάλη από «καλλίστας παρθένους». Όταν αυτές παρατάχθηκαν στην σειρά, καθισμένες πάνω σε πολυτελή ανάκλιντρα, ο αυτοκράτωρ Θεόφιλος περιήλθε μπροστά τους για να διαλέξη την μέλλουσα σύζυγό του και αυτοκράτειρα, δίνοντας σε όποια θα διάλεγε ένα χρυσό μήλο.
Όταν ο Θεόφιλος κάλεσε στο Τρίκλινο των ανακτόρων τις ωραιότερες κόρες, προκειμένου να διαλέξει την καλύτερη ως σύζυγό του και Αυτοκράτειρα, μια ζωή αγιότητας άρχιζε για την Κασσιανή. Της χάρισε τον στέφανο της αιωνιότητας.
Η ομορφιά και η χάρη της Κασσιανής ξεχώρισε ανάμεσα στις τόσες όμορφες κόρες της Βασιλεύουσας. Ο Θεόφιλος την πρόσεξε. Με πρόθεση να την κάνει βασίλισσα, ίσως και για να δοκιμάσει την σοφία της, της απήυθυνε το ιστορικό: «Εκ γυναικός ερρύη τα φαύλα», δηλαδή από τη γυναίκα πήγασαν τα κακά, εννοώντας την Εύα και το προπατορικό αμάρτημα.
Η ενάρετη και σοφή Κασσιανή έχοντας κατά νουν το μεγαλείο και την Αγιότητα της Υπεραγίας Θεοτόκου απήντησε: «Αλλά και δια της γυναικός πηγάζει τα κρείττονα, ω Βασιλεύ».
Αυτήν όμως την πράγματι έξυπνη απάντηση ο Θεόφιλος εξέλαβε ως προπετή και επιπόλαια, οπότε έδωσε το μήλο στην επίσης ωραία, αλλά και σεμνή Θεοδώρα. Με θυμό και με αόριστο φόβο της απήντησε «Ώ γύναι! Είθε να εσίγας» δηλαδή καλύτερα να σιωπούσες, επέλεξε δε την Θεοδώρα δίνοντας σ' αυτή το μήλο, σημείο εκλογής της.
Κατα θείαν οικονομία, λοιπόν, η Θεοδώρα έγινε αυτοκράτειρα για να βοηθήσει τον θρίαμβο της Ορθοδοξίας με την ορθόδοξη πίστη της και τον δυναμικό της χαρακτήρα διευθετώντας και το ζήτημα των εικόνων (εικονομαχίες) το 843 μ.Χ., η δε Κασσιανή ενεδύθη το μοναχικό σχήμα και, μακριά από τους περισπασμούς και την τύρβη του κόσμου ανεδείχθη η μεγάλη υμνωδός και Αγία της Εκκλησίας μας.
Η Κασσιανή αρνήθηκε την ύλη για το πνεύμα, τα πρόσκαιρα για τα αιώνια, τα φθαρτά για τα άφθαρτα, εγκατέλειψε το αρχοντικό της, τον κόσμο και τους δικούς της, έγινε μοναχή και ίδρυσε τη Μονή της Κασσίας ή Εικασίας ή Κασσιανής.
Η Εκκλησία μας παρουσιάζει αμαρτωλές ψυχές ως σαν παραδείγματα μετανοίας, όπως συμβαίνει με τη Οσία Μαρία την Αιγυπτία ή την Πόρνη του Ευαγγελίου. Θα μπορούσε να διακηρύξει ότι και η Κασσιανή υπήρξε μετανοημένη αμαρτωλή, αν αυτή ήταν η πραγματικότητα.
Η Κασσιανή δεν νικήθηκε από ανθρώπινο πάθος ή αδυναμία, διότι η ψυχή της φλεγόταν από θείο έρωτα που την οδήγησε τελικώς στην υπηρεσία του Θείου θελήματος και στην μοναχική αφιέρωσή της.
Συγγραφικό έργο της Όσίας Κασσιανής
Η Οσία Κασσιανή, μέσα στην ησυχία του Μοναστηριού προσεύχεται, μελετά την Γραφή και τα Πατερικά κείμενα και συγγράφει. Έγραψε Εκκλησιαστικούς ύμνους, τροπάρια, γνωμικά, επιγράμματα σε ιάμβους και «γνώμες» τα οποία βρίσκουμε με την υπογραφή Κασσίας, Ικασίας, Εικασίας και Κασσιανής μοναχής.
Από τα τροπάριά της σώζονται το δοξαστικό του Εσπερινού των Χριστουγέννων «Αυγούστου μοναρχήσαντος» οι ειρμοί του κανόνος του Μ. Σαββάτου «Κύματι θαλάσσης» και το γνωστό «Κύριε η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή» που είναι ο πιο δημοφιλής ύμνος της.
Τα α' στιχηρά που ψάλλονται το βράδυ της Μ. Τρίτης και αναφέρονται στην αμαρτωλή του Ευαγγελίου είναι επίσης έργο της Κασσιανής: «Ότε η αμαρτωλός προσέφερε το μύρον, τότε ο μαθητής συνεφώνει τοις παρανόμοις, η μεν έχαιρε κενούσα το πολύτιμον, ο δε έσπευδε πωλήσαι τον ατίμητον, αυτή τον Δεσπότην επεγίνωσκεν, ούτος του Δεσπότου εχωρίζετο, αύτη ηλευθερούτο και ο Ιούδας δούλος εγεγόνει του εχθρού».
Όταν η αμαρτωλή πρόσφερε το μύρο, τότε ο μαθητής συμφωνούσε με τους παράνομους. Από τη μια μεριά αυτή χαιρόταν που άδειαζε το πολύτιμο μύρο και ο άλλος έσπευδε να πουλήσει τον Ανεκτίμητο. Η ίδια αναγνώριζε τον Κύριο, αυτός απομακρυνόταν από τον Κύριο. Η ίδια ελευθερωνόταν και ο Ιούδας είχε γίνει δούλος του εχθρού...
Με αληθινή τέχνη και ζωηρές αντιθέσεις περιγράφει λυρικά τους δύο τύπους των ανθρώπων. «Ω της Ιούδα αθλιότητος! Εθεώρει την πόρνην φιλούσαν τα ίχνη και εσκέπτετο δόλω προδοσίας το φίλημα, εκείνη ταις πλοκάμοις διέλυσε και ούτος τω θυμώ εδεσμείτο φέρων αντί μύρου την κακίαν, φθόνος γαρ είδε προτιμάν το συμφέρον».
«Αλίμονο στην αθλιότητα του Ιούδα! Κοίταζε την πόρνη να φιλά τα πόδια και σκεπτόταν με δόλο το φίλημα της προδοσίας. Εκείνη έλυσε τα μαλλιά της και αυτός κατεχόταν από θυμό, φέροντας αντί για το μύρο την κακία. Γιατί ο φθόνος γνωρίζει να προτιμά το συμφέρον».
Και σε άλλο στιχηρό διαβάζομε: «Ήπλωσεν η πόρνη τας τρίχας σοι τω Δεσπότη, ήπλωσεν Ιούδας τας χείρας τοις παρανόμοις. Η μεν λαβείν την άφεσιν, ο δε λαβείν αργύρια».
«Άπλωσε η πόρνη τα μαλλιά της σε Σένα, το Δεσπότη, άπλωσε τα χέρια ο Ιούδας στους παρανόμους. Αυτή για να πάρει την άφεση, αυτός για πάρει χρήματα...»
Ολα τα ιδιόμελα και στιχηρά, που υπερβαίνουν τα 40, διακρίνονται από την έξαρση, το βάθος αισθήματος, την μεγάλη ποιητική της πνοή. Αναφέρονται σε Δεσποτικές και Θεομητορικές εορτές, καθώς και σε πρόσωπα Αγίων και Πατέρων της Εκκλησίας μας.
Η Κασσιανή δεν είναι μόνο υμνογράφος, δεν έγραψε τους ύμνους μόνον, αλλά και μελωδός, ότι τους μελοποίησε.
Εκτός από την καθαρά εκκλησιαστική ποίηση η Κασσιανή ασχολήθηκε και με ποιήματα ποικίλου περιεχομένου. Συνέγραψε ακόμη πολλά γνωμικά και επιγράμματα.
Σε 32 μόνον στίχους διαπραγματεύεται θαυμάσια το μεγάλο και σοβαρό θέμα της φιλίας.
Αξίζει να αναφέρουμε μερικούς: «Ει θέλεις πάντως και φιλείν και φιλείσθαι, των ψιθυριστών και φθονερών απέχου.»
Στους δύο αυτούς στίχους ο λεπτός νους της Κασσιανής περιέκλεισε ολόκληρη φιλοσοφία. Και παρακάτω σημειώνει:
«Φρόνιμον φίλον, ως χρυσόν, κόλπω βάλλε τον δι' αύγε μωρόν φεύγε καθάπερ όφιν». Δηλαδή, τον φρόνιμο φίλον να βάζεις στο πλευρό σου, όπως θα ήθελες να έχεις και τον χρυσό. Τον ανόητον όμως να τον αποφεύγεις όπως και το φίδι.
Και αλλού: «Φραγμόν πέφυκεν η των φίλων αγάπη» που σημαίνει, ότι η αγάπη των φίλων δημιουργεί φραγμό προστατευτικό για τον καθένα απ' αυτούς. Η αρετή της αγάπης, το πραγματικό γνώρισμα των οπαδών του Ναζωραίου, που πρέπει να θερμαίνει τις καρδιές των ανθρώπων, δεν πρέπει να τους απομακρύνει από την σύνεση, μας συμβουλεύει η μεγάλη υμνωδός.
«Πάντας δι' αγάπα, μη θάρρει δε τοις πάσιν».
Δηλαδή, ο ολοκληρωμένος άνθρωπος, ο τέλειος χριστιανός έχει καθήκον να αγαπά όλους, όχι όμως και να εμπιστεύεται σε όλους. Μόνον όσοι νοσταλγούν και στη ζωή τους επιδιώκουν την ένωση με τον Χριστόν και μέσα στα στήθη τους κοχλάζει ο πόθος της αρετής, αξίζουν την εμπιστοσύνη σου και μπορεί να εγγίζει η δική σου ψυχή την δική τους, χωρίς τον φόβο της καταστροφής.
Η Κασσιανή, εκτός από το σοφό επίγραμμα «περί φιλίας» έγραψε και άλλα βαθυστόχαστα επιγράμματα και αναφέρονται στον χαρακτήρα του ανθρώπου, στην γυναίκα, στην ευτυχία, την χάρη, το κάλος, το ήθος, στους τρόπους της αληθινής Ζωής που οδηγεί στην αληθινή μακαριότητα, πλημμυρίζει την ζωή αυτή με το φως του ουρανού και της αληθείας.
*********************************
Η Κασσιανή δεν τιμήθηκε από τους Ρωμαίους σαν βασίλισσά τους ούτε αναφέρεται το όνομά της στον αυτοκρατορικό Οίκο του Θεοφίλου. Αν όμως δεν κάθισε σε επίγειο θρόνο και δεν τιμήθηκε από τους συγχρόνους της, οι γενεές των ευσεβών Χριστιανών υποκλίνονται ευλαβικά μπρος στην άγια ζωή της δια μέσου των αιώνων και κάθε βράδυ της Μ. Τρίτης με μυστική κατάνυξη και ιερή συγκίνηση ακούν και συμψάλλουν όσο γίνεται το μελοποιημένο τροπάριό της.
Κατά πληροφορίες από την Κάσσο, ή Κασσιανή ανεχώρησε στην Ιταλία, επειδή ο Θεόφιλος την ενοχλούσε στο Μοναστήρι της, και στη συνεχεία με μιαν άλλη Μοναχή, την Ευδοκία, πήγε στην Κρήτη και κατέληξε στην Κάσο, όπου και εκοιμήθη την 7η Σεπτεμβρίου. Μετά τον θάνατό της ετοποθέτησαν το σώμα της σε μαρμάρινη λάρνακα και την έβαλαν σε παρεκκλήσιο, αφιερωμένο στο όνομά της. Η λάρνακα και το ρωμαϊκό ψηφιδωτό του 9ου αιώνα σώζονται ως σήμερα .
Επίσης στο εκκλησάκι υπάρχει εντοιχισμένη πλάκα με σημείο του σταυρού και χρονολογία 890 μ.Χ. Κατά πληροφορίες, πάλι από την Κάσο, τα οστά της Οσίας έχουν μεταφερθεί στην Ικαρία.
Το πέρασμα της Οσίας Κασσιανής από την Κρήτη ίσως συνδέεται με την Αγία Κασσιανή, αδελφή των Οσίων Eυτυχιανών.
Η μνήμη της Οσίας Κασσιανής τιμάται σε πολλά μέρη της Ελλάδος και ιδιαίτερα στη Κάσσο, την ιδιαίτερη πατρίδα της, γιορτάζεται δε στις 7 Σεπτεμβρίου με ειδική ασματική ακολουθία, από την οποία παραθέτουμε ένα χαρακτηριστικό κάθισμα.
«Τον βίον ευσεβώς, διανύσασα Μήτερ, δοχείον καθαρόν, συ του Πνεύματος ώφθης, φωτίζουσα τους πίστει σοι προσιόντας θεόπνευστε, όθεν αίτησαι τον σον Δεσπότην φωτίσαι τας ψυχάς ημών, των ανυμνούντων σε πόθω, Κασσιανή πανθαύμαστε».
*Ρωμαία και όχι "Βυζαντινή".
Ως γνωστόν, ο όρος "Βυζάντιο" είναι εντελώς άκυρος, εισηγμένος, ή μάλλον επιβεβλημένος από την Δύση για καθαρά δικούς της πολιτικούς λόγους. Ο Αυτοκράτωρ υπογράφει μέχρι τέλους (1453) "Imperator Romanorum", τουτέστι "Αυτοκράτωρ των Ρωμαίων". Για το θέμα δείτε εκτενέστερα εδώ: Τί είναι, αν είναι κάτι, ένας Βυζαντινός;
*************************************************
Ο Παλαμάς και η απόδοση του Δοξαστικού στην Νεοελληνική
Εντοπίσαμε μιαν απόδοση του ύμνου, η οποία αποδίσεται στον Κωστή Παλαμά.
Το κείμενο λέει "(...) γυνή, τήν σήν αἰσθομένη θεότητα, μυροφόρου ἀναλαβοῦσα τάξιν, ὀδυρομένη μύρα σοι πρό τοῦ ἐνταφιασμοῦ κομίζει", δηλαδή "αισθανομένη (η γυνή) την σην θεότητα μύρα σοι κομίζει, αναλαμβάνοντας τάξιν μυροφόρου (η γυνή).
Ο Παλαμάς φέρεται ν' αποδίδει την φράση σαν να έλεγε "τήν σήν αἰσθομένη θεότητα, μυροφόρου -ἀναλαβοῦσαν- τάξιν", ως εξής, βέβαια: "σαν ένοιωσε τη θεϊκή σου Χάρη σαν μυροφόρας ένδυμα". Είναι δυνατόν ο Παλαμάς να υποπίπτει σε τέτοιο κολοσσιαίο λάθος;
Το λανθασμένο κείμενο:
Κύριε, ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις περιπεσοῦσα γυνή, τήν σήν αἰσθομένη θεότητα, μυροφόρου ἀναλαβοῦσαν τάξιν, ὀδυρομένη μύρα σοι πρό τοῦ ἐνταφιασμοῦ κομίζει.
Οἴμοι, λέγουσα, ὅτι νύξ μοι ὑπάρχει, οἶστρος ἀκολασίας, ζοφώδης τε καί ἀσέληνος ἔρως τῆς ἁμαρτίας. Δέξαι μου τάς πηγάς τῶν δακρύων, ὁ νεφέλαις διεξάγων τῆς θαλάσσης τό ὕδωρ
Κάμφθητί μοι πρός τούς στεναγμούς τῆς καρδίας, ὁ κλίνας τούς οὐρανούς τῇ ἀφάτῳ σου κενώσει.
Καταφιλήσω τούς ἀχράντους σου πόδας, ἀποσμήξω τούτους δέ πάλιν τοῖς τῆς κεφαλῆς μου βοστρύχοις΄
ὧν ἐν τῷ παραδείσῳ Εὔα τό δειλινόν, κρότον τοῖς ὠσίν ἠχηθεῖσα, τῷ φόβῳ ἐκρύβη.
Ἁμαρτιῶν μου τά πλήθη καί κριμάτων σου ἀβύσσους τίς ἐξιχνιάσει, ψυχοσῶστα Σωτήρ μου; Μή με τήν σήν δούλην παρίδης, ὁ ἀμέτρητον ἔχων τό μέγα ἔλεος.
Εξ αυτού, ο Παλαμάς αποδίδει(;):
Κύριε, Η γυναίκα που έπεσε, σε τόσες αμαρτίες, σαν άκουσε, σαν ένοιωσε τη θεϊκή σου Χάρη σαν μυροφόρας ένδυμα, στα κλάματα πνιγμένη μύρα προ του θανάτου Σου, εντάφια σου φέρνει, και ωιμέ, στενάζει, κλαίει και θρηνεί πολλή με δέρνει νύχτα ασέληνη και σκοτεινή έρως της αμαρτίας νύχτα που φλέγει και κεντά πόθους ακολασίας.
Δέξου Χριστέ, τα δάκρυα τα πύρινα που χύνω Συ, που στα σύννεφα τραβάς της θάλασσας το κύμα.
Γύρισε την συμπόνια Σου, στους στεναγμούς μου, Συ πώγυρες τους ουρανούς στην θεία γέννησή Σου.
Τα πόδια σου τα άγια, άφησε να φιλήσω και να σκουπίσω άφησε με τα ξανθά μαλλιά μου
Τα πόδια, που σαν άκουσε τον κρότο τους η Εύα το δειλινό μεσ' στην Εδέμ κρύφθηκε από φόβο
Τις τόσες αμαρτίες μου και τη βαθιά Σου κρίση ποιος να μετρήσει ημπορεί Χριστέ μου, ψυχοσώστη
Μη με αφήνεις έρημη και ταπεινή σου δούλη Σου, όπου έχεις, ως Θεός άπειρη καλοσύνη».
Αμφιβάλλω αν ο Παλαμάς περιέπεσε σ' αυτό το λάθος. Βρήκα τον ύμνο σε διάφορες ακ του προχείρου γραφές, όπως σ' αυτή κάποιου Αρβανίτη όπου, μάλιστα, γράφει "μυροφόρου αναβαλούσαν τάξιν", ήτοι άρες μάρες κουκουνάρες, οπότε ενδέχεται η πεπλανημένη απόδοση να είναι κάποιου άλλου και ν' αποδίδεται στον Παλαμά, καθότι βρήκα επίσης και την εξής:
Κύριε, γυναίκα αμαρτωλή, πολλά, πολλά, θολά, βαριά τα κρίματά μου. Μα, ω Κύριε, πώς η θεότης Σου μιλά μες στην καρδιά μου!
Κύριε, προτού Σε κρύψ΄ η εντάφια γη από τη δροσαυγή λουλούδια πήρα κι απ΄της λατρείας την τρίσβαθη πηγή Σου φέρνω μύρα.
Οίστρος με σέρνει ακολασίας... Νυχτιά, σκοτάδι αφέγγαρο, άναστρο με ζώνει, το σκοτάδι της αμαρτίας φωτιά με καίει, με λιώνει.
Εσύ που από τα πέλαα τα νερά τα υψώνεις νέφη, πάρε τα, Έρωτά μου, κυλάνε, είναι ποτάμια φλογερά τα δάκρυά μου.
Γύρε σ΄ εμέ. Η ψυχή πώς πονεί! Δέξου με Εσύ που δέχτηκες και γείραν άφραστα ως εδώ κάτου οι ουρανοί. και σάρκα επήραν.
Στ΄ άχραντά Σου τα πόδια, βασιλιά μου Εσύ θα πέσω και θα στα φιλήσω, και με της κεφαλής μου τα μαλλιά θα στα σφουγγίσω.
Τ΄ άκουσεν η Εύα μες στο αποσπερνό της παράδεισος φως ν΄ αντιχτυπάνε, κι αλαφιασμένη κρύφτηκε...Πονώ, σώσε, έλεος κάνε.
Ψυχοσώστ΄, οι αμαρτίες μου λαός, Τα αξεδιάλυτα ποιος θα ξεδιαλύσει; Αμέτρητό Σου το έλεος, ο Θεός! Άβυσσο η κρίση.
Για την επισήμανση Γ.Β. Κοτσμανίδης
Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από κακόβουλη χρήση. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε την Javascript για να τη δείτε.
|