η Ιστορία της Μπύρας |
Μπύρες απ' όλον τον κόσμοΗ μπύρα ουσιαστικά καταγράφεται στην ιστορία όλων των αρχαίων λαών που ασχολήθηκαν με την καλλιέργεια των σιτηρών. Ιερογλυφικές γραφές δείχνουν ότι η μπύρα ήταν γνωστή στην Αίγυπτο ακόμη και από τις πρώτες δυναστείες.
Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΜΠΥΡΑΣ Η μπύρα ουσιαστικά καταγράφεται στην ιστορία όλων των αρχαίων λαών που ασχολήθηκαν με την καλλιέργεια των σιτηρών. Ιερογλυφικές γραφές δείχνουν ότι η μπύρα ήταν γνωστή στην Αίγυπτο ακόμη και από τις πρώτες δυναστείες.
Όσοι έχουν μιλήσει ή έχουν γράψει για τη μπύρα συμφωνούν ότι είναι από τα αρχαιότερα ποτά, που δεν εφευρέθηκε ή δημιουργήθηκε από τον άνθρωπο, αλλά ανακαλύφθηκε τυχαία. Αρκούσε ένα ξεχασμένο βρεγμένο καρβέλι κριθαρένιου ψωμιού για να αρχίσει μια ζύμωση την οποία οι άνθρωποι παρατήρησαν και εξέλιξαν. Είναι γνωστό ότι η μπύρα πρωτοεμφανίστηκε πριν από περίπου 5500 με 6000 χρόνια. Οι Μεσοποτάμιοι αρχικά ανέπτυξαν τον τρόπο παρασκευής της και αργότερα οι αιγύπτιοι ήταν εκείνοι που, υπό την αιγίδα του Φαραώ, την ανέπτυξαν σε μεγάλο βαθμό και ήταν οι πρώτοι που την εξήγαγαν στα γειτονικά κράτη και στην Ευρώπη, γύρω στο 2000 π.Χ.. Στον ελλαδικό χώρο όπως και αργότερα στη Ρώμη, η μπύρα, αν και διαδεδομένη στα λαϊκά στρώματα, θεωρούνταν ένα «βαρβαρικό» ποτό, ενώ απεναντίας το κρασί ήταν το ευγενικό ποτό της εποχής.
Αρχικά, για την παρασκευή της χρησιμοποιούσαν ακατέργαστο κριθάρι και ένα είδος σιταριού, είχε σκούρο χρώμα και ήταν ελαφριά σε αλκοόλ. Οι πρώτοι ζυθοποιοί δεν γνώριζαν τίποτα γύρω από την ζύμωση, παρά μόνο από εμπειρία ήξεραν ότι τα υπολείμματα από προηγούμενες ζυθοποιήσεις, που παρέμεναν στο εσωτερικό των δοχείων που χρησιμοποιούσαν για αυτή την δουλειά, ήταν ικανά να χαλάσουν την νέα ζύμωση και το προϊόν. Ο λυκίσκος ήταν άγνωστος μέχρι τότε, κι έτσι δεν τον χρησιμοποιούσαν. Για πρώτη φορά χρησιμοποιήθηκε το 1097 μ.Χ. και από τότε είναι ένα από τα βασικά συστατικά της μπίρας, δίνοντάς της την χαρακτηριστική αυτή γεύση και οσμή.
Οι Βαβυλώνιοι χρησιμοποιούσαν για την παρασκευή της μπύρας βύνη κριθαριού, πλούσια σε ζάχαρη, και ακατέργαστο σίτο, ο οποίος έδινε μία ξινή και φρουτώδη γεύση. Παρήγαγαν ανοιχτόχρωμη ή σκουρόχρωμη μπύρα, ανάλογη με την ζήτηση. Πολτοποιούσαν τα υλικά ρίχνοντας τους καυτό νερό, και το άφηναν να ζυμωθεί σε πρώτη φάση. Έπειτα, η πηχτή μπύρα έμπαινε σε μικρότερα δοχεία και αποθηκευόταν σε σκοτεινά και υγρά κελάρια, όπου γινόταν μια δεύτερη ζύμωση.
Τον 8ο περίπου αιώνα μ.Χ., η τέχνη της ζυθοποίησης στην Αίγυπτο σταμάτησε μετά από τις επιδρομές των Μουσουλμάνων, και την επιβολή του Κορανίου που απαγόρευε κάθε είδους αλκοολούχου ποτού. Αλλά το μυστικό είχε ήδη μεταφερθεί στους κατοίκους της Βαυαρίας και της Βοημίας, και μετά εξαπλώθηκε στις βόρειες χώρες, αλλά και μέχρι τις Βρετανικές ακτές. Η παραγωγή της μπύρας διαδόθηκε γρήγορα στις πιο βόρειες περιοχές, δεδομένου ότι εκεί η καλλιέργεια της αμπέλου ήταν δύσκολη έως αδύνατη, οι τιμές του εισαγόμενου κρασιού απλησίαστες για το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού ενώ παράλληλα πρώτη ύλη υπήρχε άφθονη και οι καιρικές συνθήκες ευνοούσαν την παραγωγή ποιοτικότερης μπύρας.
Η ζυθοποίηση στις Ευρωπαϊκές χώρες ήταν μια από τις δουλειές των γυναικών, οι οποίες παράλληλα με το ψωμί, φτιάχνανε και την μπύρα, μιας και τα υλικά ήταν τα ίδια. Συχνά, μια γυναίκα που έφτιαχνε πολύ καλή μπίρα γινόταν περιζήτητη νύφη, αποκτώντας τον σεβασμό των αντρών. Οι πρώτες μπυραρίες στην ιστορία ήταν τα σπίτια των γυναικών αυτών, όπου μαζεύονταν ο κόσμος για να πιει και για να αγοράσει μπίρα.
Στις αρχές του 1ου αιώνα μ.Χ. η παραγωγή της μπύρας πέρασε και στα μοναστήρια, όπου οι μοναχοί είχαν βρει ένα εξαιρετικό ποτό για να συνοδεύουν τα γεύματά τους, αλλά και για τις ημέρες της νηστείας τους, μιας και επιτρεπόταν και ήταν ιδιαίτερα θρεπτική. Λίγο αργότερα άρχισαν να την εμπορεύονται, μιας και ήταν εξαιρετικής ποιότητας, με αποτέλεσμα τη γενικότερη αποδοχή. Είχαν φτάσει γύρω στις 400 με 500 μοναστηριακές ζυθοποιίες, μόνο στην Γερμανία. Μόλις όμως οι ανώτατοι άρχοντες εκείνης της εποχής διαπίστωσαν τα κέρδη της, φορολόγησαν σε τέτοιο βαθμό τις μοναστηριακές ζυθοποιίες, με αποτέλεσμα το κλείσιμο των περισσοτέρων. Εκείνη την εποχή οι Σκανδιναβοί και οι Γερμανοί χρησιμοποιούσαν κατά την παρασκευή της μπύρας ένα μείγμα από βότανα και φυτά, ονομασμένο “gruit” ή “grut”, και το οποίο περιείχε μεταξύ άλλων γλυκάνισο, δεντρολίβανο, μούρα, σπόρους και πολλά άλλα. Κάποια από αυτά τα φυτά ήταν όμως δηλητηριώδη, δίνοντας άσχημη γεύση στην μπύρα, ή δημιουργώντας παρενέργειες σε αυτούς που την έπιναν. Έτσι, σε μια εποχή γεμάτη δεισιδαιμονίες, οι γυναίκες που τις έφτιαχναν θεωρήθηκαν μάγισσες και πολλές από αυτές κάηκαν στην πυρά, με το τελευταίο συμβάν το 1591 μ.Χ. Αυτές οι γυναίκες έμειναν στην ιστορία ως “μάγισσες της μπύρας”.
Τα παραπάνω άλλαξαν στα τέλη του 16ου αιώνα, με την ευρεία χρησιμοποίηση του λυκίσκου στην δημιουργία της μπύρας, ενώ από το 1516 ο δούκας της Βαυαρίας Wilheim IV είχε καθιερώσει με νόμο τις προδιαγραφές παρασκευής μπύρας (βλέπε οπισθόφυλλο καταλόγου), με κύρια συστατικά το ύδωρ, την βύνη και τον λυκίσκο. Στην Ελλάδα το πρώτο εργοστάσιο παρασκευής ζύθου ήταν αυτό του Ιωάννη Γ. Φίξ που κατασκευάστηκε το 1864. Αργότερα ακολούθησαν σε όλη την Ελλάδα και άλλες μικρές ζυθοποιίες όπως οι Μάμος, Fischer, Μπερνουδιάκης, Τσοκαρόπουλος και άλλες. Τον Ιωάννη Φίξ διαδέχθηκε ο Κάρολος Φίξ, ο οποίος επέκτεινε την επιχείρηση και το 1893 δημιούργησε ένα νέο μεγάλο εργοστάσιο στην λεωφόρο Συγγρού στην Αθήνα. Το 1890 στην Θεσσαλονίκη δημιουργήθηκε το εργοστάσιο «Όλυμπος», το οποίο λίγο μετά το 1908 ενώθηκε με το εργοστάσιο «Νάουσα». Τέλος το 1928, περίπου, ενώθηκαν και αυτά με την εταιρία του Κάρολου Φίξ. Σήμερα, στην Ελλάδα κυκλοφορούν πολλά είδη κι ετικέτες μπύρας, κάποιες παρασκευάζονται από ελληνικές ζυθοποιίες και άλλες που είναι ξένης προέλευσης αλλά παρασκευάζονται και διατίθενται στην αγορά από μεγάλες ελληνικές εταιρίες.
Μπύρες απ' όλον τον κόσμο
ΠΡΩΤΕΣ ΥΛΕΣ ΜΠΥΡΑΣ Οι πρώτες και βασικές ύλες για την παρασκευή μπίρας είναι τέσσερις. Το νερό, ο λυκίσκος, η μαγιά και φυσικά η βύνη, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν χρησιμοποιούνται και άλλες πέρα από αυτές. Η Βύνη, η οποία λαμβάνεται από το κριθάρι και είναι το βασικότερο υλικό για την ζύμωση των υλών. Κατά την βλάστησή σχηματίζονται οι μηχανισμοί αυτοί που μπορούν να μετατρέψουν το άμυλο σε σάκχαρα. Ο Λυκίσκος, ένα αναρριχητικό φυτό, του οποίου τα άνθη και τα φύλλα χρησιμοποιούνται κατά την παρασκευή της μπίρας, για να της χαρίσει την χαρακτηριστική πικρή της γεύση και το πλούσιο άρωμά της. Το Νερό, το οποίο ίσως και να είναι το βασικότερο των υλών, καθώς το 95% της μπίρας περιέχει νερό. Η ποιότητα του νερού πρέπει να είναι άριστη, με όσο το δυνατόν λιγότερα άλατα. Για αυτό τον λόγο οι παλαιότερες ζυθοποιίες χρησιμοποιούσαν το νερό των ποταμών. Η Ζύμη (μαγιά) Ως μαγιά της μπύρας χρησιμοποιούνται διάφορα είδη ζυμομυκήτων. Αυτά αναλαμβάνουν την διαδικασία της αλκοολικής ζύμωσης, τον μεταβολισμό δηλαδή των σακχάρων και την παραγωγή της αλκοόλης και του διοξειδίου του άνθρακα. Η επιλογή της ζύμης, σχετίζεται κάθε φορά με το είδος της μπύρας που θα παραχθεί.
ΘΡΕΠΤΙΚΗ ΑΞΙΑ ΤΗΣ ΜΠΥΡΑΣ Πολλοί πιστεύουν ότι η μπίρα, όπως όλα τα αλκοολούχα ποτά, δημιουργούν μόνο προβλήματα στην υγεία του καταναλωτή. Λίγοι γνωρίζουν την θρεπτική αξία του ποτού αυτού, καθώς περιέχει υδατάνθρακες, πρωτεΐνες και βιταμίνες. 100 ml ζύθου περιέχουν περίπου 40-70 θερμίδες, ανάλογα πάντα με το είδος του. Βασικό συστατικό της μπίρας είναι το κριθάρι, που όπως και στο ψωμί, είναι μια καλή πηγή βιταμινών. Έτσι στην μπίρα συναντούμε τις βιταμίνες νιασίνη (B3), ριβοφλαβίνη (Β2), το παντοθενικό Οξύ (Β5), την πυριδοξίνη (Β6), το φολικό οξύ (Β9), την κοβαλαμίνη (Β12) και πολλές άλλες. Έτσι, η κατανάλωση μπύρας με μέτρο αποτελεί σημαντικό συμπλήρωμα στη διατροφή μας.
Και το γνωστό «σωσίβιο» γύρω από την κοιλιά που οφείλεται; Σίγουρα όχι αποκλειστικά στην μπίρα. Συνήθως η μεγάλη κατανάλωση ζύθου σε συνδυασμό με κακές διατροφικές επιλογές (τσιπς, σνάκ, ξηροί καρποί κ.α.) έχουν σαν αποτέλεσμα την αύξηση των λιπωδών ιστών γύρο από την περιοχή της κοιλιάς. Η μπύρα δεν περιέχει λίπος ή χοληστερίνη, καθώς επίσης περιέχει χαμηλή ποσότητα σακχάρων. Έχει παρατηρηθεί μετά από έρευνες ότι η κατανάλωση μπύρας σε κανονικές ποσότητες βοηθάει στην αποφυγή δημιουργίας θρομβώσεων στις αρτηρίες της καρδιάς, με αποτέλεσμα τη μείωση των καρδιολογικών νοσημάτων. Επίσης αυξάνει την όρεξη, υποβοηθώντας εμμέσως και την πέψη και την απορρόφηση του φαγητού. Παρατηρείται αύξηση της καλής χοληστερίνης (HDL) στο αίμα με αποτέλεσμα το χαμηλό κίνδυνο εκδήλωσης στεφανιαίας νόσου.
Η υπερβολική χρήση της μπύρας, όπως κάθε άλλο αλκοολούχο ποτό, προκαλεί βλάβες στην υγεία του καταναλωτή, διαταραχές στο στομάχι και στη πέψη. Ακόμα περισσότερο συντελεί στη δημιουργία καρδιακών νοσημάτων, παχυσαρκίας, σακχαρώδους διαβήτη κ.α.. Γενικότερα όμως οι δυνατές μπύρες θεωρούνται ως τονωτικές, ενώ οι ελαφριές ως αναψυκτικά και χωνευτικά ποτά. Μία λογική χρήση δεν μπορεί να θεωρηθεί ως επιβλαβής. Φυσικά, όπως όλα τα αλκοολούχα ποτά, δεν μπορεί και δεν πρέπει να συνδυαστεί με την οδήγηση. Για αυτό θα πρέπει να καταναλώνεται υπεύθυνα. ΕΙΔΗ ΜΠΥΡΑΣΠολλά είναι τα είδη της μπύρας, γύρω στα 50, με διαφορετικές γεύσεις και χαρακτηριστικά. Ο βασικός παράγοντας της κατηγοριοποίησης της μπύρας εξαρτάται από το είδος της ζύμωσης κατά την παραγωγή της. Επίσης, δευτερεύοντες παράγοντες είναι ο τρόπος παραγωγής και ο τόπος προέλευσης. Λίγοι γνωρίζουν πολύ καλά όλα τα είδη τις μπύρας, με αποτέλεσμα να γίνεται και πιο δύσκολη η επιλογή της καταλληλότερης.
Lager
Ales
Abbey/Abbaye Είναι οι τύπου «μοναστηριακές» μπύρες. Αυτές παράγονται κατά τα πρότυπα των μοναστηριακών, χωρίς όμως να προέρχονται από τα 6 μοναστήρια που παράγουν τις Trappist.
Μπύρες απ' όλον τον κόσμοΟ ΝΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΘΑΡΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΜΠΥΡΑΣ
|
Player για Android
Απο το κινητό σας πάτε στο: ρυθμίσεις -> ασφάλεια -> και ενεργοποιήστε την εγκατάσταση εφαρμογών απο άγνωστες πηγές. Με μία εφαρμογή QR Code Reader σκανάρετε την παραπάνω εικόνα ή πατήστε εδώ.